Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2011

Δύο βιβλία για δύο τραγωδίες του Ελληνισμού από την Ευαγγελία-Αγγελική Πεχλιβανίδου



«Από την ψυχή μου στη Κύπρο», Ποίηση,
Θεσσαλονίκη, 2005 (Αυτοέκδοση).
Από την ψυχή μου στην Κύπρο
  
   Στον πρόλογο της έκδοσης η κ. Πόπη Αντωνίου-Σφαλαγκάκου γράφει πολύ εύστοχα: «Ένας τέτοιος λόγος πανανθρώπινος, που δονείται από συγκίνηση και άμετρο πόνο, μπρος στο δρόμο της προσφυγιάς και του ξεριζωμού, είναι ο ποιητικός λόγος της φίλης Ευαγγελίας-Αγγελικής Πεχλιβανίδου, καθηγήτριας στη Θεσσαλονίκη, καθώς αναθυμάται και «βλέπει» με μιαν ολοφώτεινη εκ των έσω όραση, τα όσα οδυνηρά στοιχειώνουν και συνταράσσουν την ελληνική μνήμη».
   Η έναρξη της συλλογής γίνεται με το ποίημα «Κύπρος μας»:

Στα μάτια ροδίζει το φεγγάρι

Καθρεφτίζοντας στα βάθη της

Φεγγάρια -μάτια τραυματισμένα-

Που αντιφεγγίζουν

Στην αγκαλιά των ελληνικών νερών

Χρυσές ελπίδες ανάδυσης.

   Αυτή η ανάδυση ζεσταίνει τις τραυματισμένες ψυχές, αυτή η ελπίδα σιγοκαίει μες στη θλιβερή σιωπή της προσφυγιάς και μάλιστα μέσα στο γεωγραφικό χώρο που ορίζει τον τόπο τους, το νησί τους. Κι έτσι η Αφροδίτη φοβάται να ξεπεζέψει από τα μανιασμένα άλογα της θάλασσας, τα κύματα που την οδηγούν στα ματωμένα ακρογιάλια και μένει απαρηγόρητη στο βυθό με το φόβο και τον πόνο ακοίμητο και τα χείλη σφιγμένα στο πρόσωπό της. Η ποιήτρια την προστάζει στο τέλος του ποιήματος:

Βαθιές οι ρίζες
Και χιλιόχρονο το αίμα
Των θεών και των προγόνων σου.
Κράτα γερά!

   Φτάνει στο ποίημα «Περιμένοντας το γυρισμό» να μιλήσει για «Γυναίκες-Αντιγόνες της Κύπρου που κάνανε τάφους τις ψυχές τους». Στο ποίημα «Εσύ αργείς» κάνει μια θαυμάσια προσωποποίηση: «Και η Μάνα Κύπρος που ’μεινε / Μ’ ένα μαστό / Καρτερεί να σου θηλάσει τις ρίζες της».
   Η δωρική απλότητα, η ομορφιά των στίχων της -απαλλαγμένη από πρόσθετα ποιητικά στολίδια, που συνήθως κάνουν τον αναγνώστη να αποστρέψει το βλέμμα του από το ποίημα- εδώ συνδυάζονται με την επιτυχία των εκφραστικών μέσων της ποιήτριας, όπως και με τη μεγάλη ικανότητα διείσδυσης στην ψυχή και στην καρδιά κάθε αναγνώστη. Οι εικόνες πλάθουν της μνήμης τους πολυπλόκαμους δρόμους όπου εκεί φανερώνονται όλες οι πλευρές και οι πτυχές της σκοτεινής προσφυγιάς.
   «Μια σιωπηλή αστραπή» είναι το ομότιτλο ποίημά της, που αναφέρεται στη διχοτόμηση, μια σιωπηλή αστραπή με τη μορφή του αγκαθωτού συρματοπλέγματος το οποίο δε φάνηκε βέβαια στον ουρανό σαν πρόσκαιρο του χρόνου σύμπτωμα, μα ρίζωσε πάνω σ’ αυτά τα χώματα:

Μαχαίρι κοφτερό στις φλέβες μας
Που αιμορράγησαν
Κι ακόμη αιμορραγούν.

   Όσοι ασφαλώς αντίκρισαν αυτή τη «σιωπηλή αστραπή» δεν είναι δυνατόν να μην κύλησε κάποιο δάκρυ στο πρόσωπό τους και η καρδιά τους να μη χτύπησε γρήγορα και ακανόνιστα στο θέαμα της δυσάρεστης πληγής του τόπου που αιμορραγεί.
   Στο ποίημα «Αλτ. Τις ει;» γίνεται μια φοβερή διαπίστωση: «Είμαστε οι νέοι που τους λήστεψαν το παρελθόν». Στο ποίημα «Έποικοι» διοχετεύει όλη την αγανάκτησή της, τα αρνητικά συναισθήματά της για να δηλώσει: «Ατάλαντοι, τυχάρπαστοι ηθοποιοί / Στο θίασο «Μπουλούκι καιροσκόπων».
   Αναρωτιέται στο ποίημα «Γιατί;»:

Γιατί μου δρέψατε
Του κόπου τα ακροδάχτυλα
Που ’χαν σμιλέψει της ζωής μου
Τ’ αετώματα
Σκηνές διαχρονικής δημιουργίας.

   Στο ποίημα «Λαβύρινθος» η ανάμνηση του χαμένου αγαπημένου τη συνταράσσει μέσα από στίχους γοητευτικούς και καθαρούς για να  περιγράψει:

Ήταν γεμάτος ζωή.
Δέντρο γεμάτο χυμούς.
Εύφορο χώμα για καρποφορία.
Τα μάτια του λαγούμια ονείρων
Ως τη στιγμή εκείνη.
Τη μαύρη στιγμή.

   Στο ποίημα «Συλλήψεις» αναφέρεται στους αιχμαλώτους: «Κι ήταν τα μάτια και η τιμή όλων μας πληγωμένα / Τα σώματά μας μια βουβή πληγή».
   Για τον Σολωμό Σολωμού πλέκει έναν ύμνο με όλα τα αγνά ποιητικά της υλικά:

Άρπαξες τη χιλιόχρονη σκάλα της Αρετής
-καμωμένη από τις φλέβες της προσφοράς-
Που την κρατούν χιλιάδες άγιοι,
Χιλιάδες ήρωες,
Άγγελοι.
Κι άρχισες ν’ ανεβαίνεις προς την κορυφή.

   Σε αρκετά ποιήματα της συλλογής φαίνεται η συμπάθεια της ποιήτριας προς τις παραδοσιακές στιχουργικές μορφές. Μπολιάζει τη σύγχρονη ποίησή της με μια εξαίρετη ρίμα που ξεσηκώνει και αφυπνίζει. Την ευνοεί και το θέμα: «Κύπρος μας»· πόσα άραγε γράφτηκαν κι ακόμη θα γράφονται κάτω από τον ισχυρό συγκλονισμό των ποιητών για τις χαμένες εστίες, την αιχμαλωσία και το θάνατο χιλιάδων αγαπημένων προσώπων, που για τις γυναίκες ήταν σύζυγοι, για τις μανάδες γιοι;
   Το δράμα συνεχίζεται να παίζεται σε μια φωτογραφία, «Την ξέθωρη απ’ τα δάκρυα των ματιών σου!», όπως γράφει στο τέλος του ποιήματος «Βλέμμα αιχμάλωτο». Ο άνθρωπος ξεριζώθηκε από τη γη του, ο πόνος όμως εξακολουθεί να βρίσκεται ριζωμένος στην ψυχή του. Στο ποίημα «Ειρηνική συνύπαρξη» γράφει: «Όμως κανένας φράχτης δε χωρίζει / Της καρδιάς τα γειτονέματα».
   Ποια λοιπόν μοναδική διέξοδος παραμένει ανοιχτή ακόμη για την ποιήτρια, όταν εκείνοι που κρατούν στα χέρια τους τις τύχες του κόσμου αρνούνται πεισματικά να δώσουν επιτέλους μια λύση στο πρόβλημα; Στο ποίημα «Ονειρεύομαι» το γράφει καθαρά:

Ονειρεύομαι τη στράτα που άκουγε τα χτυποκάρδια μας
Στ’ αντάμωμα της νιότης με τη φλόγα.

   Και στο τέλος κλείνει με μια δοξολογία «Αλληλούια», ίσως προς το Θεό που αφουγκράζεται τον πόνο και τη δυστυχία των ξεριζωμένων, και δεν  μπορεί να δεχτεί καμία αδικία, έστω και αν εκείνη συχνά κρύβεται μέσα στα όμορφα λόγια των πολιτικών:

Μυρωμένα τα σύννεφα που σκέπασαν
Το πονεμένο χώμα.
Για πάντα θα σκορπούνε μοσχολίβανο.



«Προσφυγιά-αρμονίας κατάλυση», Ποιητική Υμνωδία,
Θεσσαλονίκη, Μάιος 2008,
Εκδόσεις Αμφικτυονία Ελληνισμού
(Τμήμα Λογοτεχνίας).

Προσφυγιά - αρμονίας κατάλυση

«Πλεξίδες του ήλιου και του φεγγαριού
Πεταμένες στη λάσπη
Και η καυτή αγωνία να τσουρουφλίζει
Τη γυμνή αξιοπρέπεια
Που ποτέ δε λέει να πεθάνει
Προτού το σώμα το φθαρτό ξεψυχήσει.
Ακολουθεί παντού την ψυχή
Του πρόσφυγα
Η αξιοπρέπεια!».

   Με αυτόν τον τρόπο ξεκινά το μακρύ ταξίδι της η κ. Ευαγγελία-Αγγελική Πεχλιβανίδου για να μας συγκινήσει με καθαρούς στίχους και να μας μεταδώσει με τα λιτά ποιητικά της μέσα την απλότητα των προγόνων της, το μεγαλείο των ψυχών τους, πλουτίζοντάς μας, εμάς τους αναγνώστες με εμπειρίες πρωτόγνωρες και τραυματικές. Ειδικά εμάς που δεν έτυχε να κρατούν οι ρίζες μας από τον ίδιο τόπο από τον οποίο κατάγεται εκείνη και ό,τι γνωρίζουμε για τη μεγάλη περιπέτεια των προσφύγων του Πόντου το ξέρουμε από τα βιβλία της ιστορίας. Η λειψή μας γνώση τώρα αποθησαυρίζεται στα γραφόμενα της ποιήτριας μ’ ένα πλούσιο αρχειακό υλικό σε εικόνες και στιγμιότυπα θλιβερών σκηνών -του ανθρώπου σκληρή απαξίωση και καταφρόνια- αλλά και από ιστορίες παππούδων και γιαγιάδων, που σε κάνουν να ριγήσεις στο άκουσμά τους.
   Ο συνδυασμός στίχων και εικόνων, κάτω από τις οποίες συχνά γίνονται όμορφα ποιητικά σχόλια, φαίνεται πως διογκώνουν μέσα στο λόγο της κάποιες στιγμές των καθημερινών ανθρώπων αλλά και τις πικρές, οδυνηρές ώρες της εγκατάλειψης των εστιών που εντυπώνονται τραγικά μαζί με τη βαρβαρότητα και την οργή των επιδρομέων. Έτσι ακονίζονται συνεχώς τα μαχαίρια για να σκαλίσουν τις παλιές πληγές των αλησμόνητων πατρίδων.
   Το βιβλίο χωρίζεται σε 15 στάσεις (όχι κεφάλαια ή ενότητες), κάτι που υποδεικνύει την ύπαρξη ενός ατελείωτου και επίπονου δρόμου με τεράστιες δυσκολίες και στερήσεις, ενός γολγοθά των καινούργιων μαρτύρων μιας εθνικιστικής μανίας. Ξαναζεσταμένα πρόσωπα ανασύρονται από το χρονοντούλαπο της ιστορίας, συναισθήματα από τα οποία αφαιρείται η σκουριά του χρόνου ξαναγυαλίζονται, για να λάμψουν κάτω από την προστασία της ευαίσθητης πένας της κ. Ευαγγελίας-Αγγελικής Πεχλιβανίδου.
   Οι «Γυμνοί Άγγελοι» είναι το ποίημα που εισάγει τον αναγνώστη σ’ αυτό το δυσάρεστο κομμάτι του πόνου, στη ματωμένη γη. Οι Άγγελοι λοιπόν επιστρέφουν με τ’ απλωμένα φτερά τους και επιθεωρούν από ψηλά όσα φρικτά ζήσανε κάποτε. Η ποιήτρια τους φωνάζει να κατέβουν και να ψαύσουν την πληγή: «Κι ούτε η βροχή θε να ξεπλύνει ποτέ / Ετούτα τα ματωμένα δάκρυα». Στο ποίημα «Η καμπάνα μου» γράφει: «Κλειστή θα παραμείνει η φωλιά της εκκλησίας / Ν’ αναπολεί τους πελαργούς που μίσεψαν για πάντα». Στο ποίημα «Η ψυχή μου» γράφει για την ψυχή πως «Ήταν ιεροσυλία να την πάρω μαζί μου!». Και πως άραγε να κοπεί εκείνος ο αιώνιος «Ομφάλιος λώρος» με «Τη Μάνα Γης ,/ Τη Μάνα Ιστορία, / Τη Μάνα Πατρίδα».
   Στο ποίημα «Το φτωχικό μου βασίλειο» συγκεντρώνονται όλες εκείνες οι όμορφες αναμνήσεις, βγαλμένες μέσα από την αγνή παιδικότητά της και τ’ αυτοσχέδια παιχνίδια που έφτιαχναν καινούργιους ελπιδοφόρους κόσμους. Γράφει:

Έστηνα τις Νεράιδες μου αντίκρυ μου
Ακουμπιστά στον τοίχο που μύριζε χώμα και άχυρο.

   Φτωχός κόσμος, μα πλούσιος σε ψυχή κι αισθήματα που προτιμά να ενθουσιάζεται με τους ήρωές του: «Τον Όμηρο, τον Αχιλλέα, τον Ιάσονα, τον Διγενή» που ξαναζωντάνευαν μέσα από τα παραμύθια της γιαγιάς, τις τρυφερές διηγήσεις της μητέρας και τις σοφές του πατέρα. Στο τέλος του ποιήματος «Ελαφρόπετρες» ξεπηδά μια μικρή λάμψη αισιοδοξίας : «Το χώμα που περίμενε τις τσάπες μας / Να οργώσουν τις ελπίδες».
   Η αγάπη της για το «Χώμα αιώνων» της πατρίδας της εκδηλώνεται με μία υπέροχη εικόνα:

Το χώμα. Το αγαπημένο. Το δικό τους.
Που ρούφαγε τις στάλες του ιδρώτα
Ανάμεικτες με το χρυσάφι του ήλιου.

   Το χώμα γίνεται και παρηγοριά, «Προζύμι στο καινούργιο στέκι που μας έταξαν / Για να ζυμώσουμε ψωμί απ’ την αρχή».
   Αναρωτιέται κάτω από μια φωτογραφία:

Τι να πρωτοφορτώσουν τα καράβια;
Τους πόνους που είναι ασήκωτοι;
Τις αδειανές ψυχές μας;
Τα όνειρα που γινήκανε κομμάτια
Ή την ελπίδα του ασβέστη
Και της πέτρας για το άγνωστο;

Φόρτωσαν την Ελευθεριά
Κουρελιασμένη!
   Στο ποίημα «Κεφαλάκια χερουβείμ» παρομοιάζει τα μικρά παιδιά που χάθηκαν από την πείνα και τους λοιμούς με «Αμέτρητα ταπεινωμένα θλιμμένα χαμομήλια». «Ατέλειωτο κομπολόι που έσπασε / Κι οι χάντρες σκορπίστηκαν στο δρόμο» είναι όλος εκείνος ο λαός που πήρε τον δρόμο της προσφυγιάς και πέθανε από τις κακουχίες και τις στερήσεις.
   Στο ποίημα «Όνειδος» γράφει:

Δέντρα και χιόνι λευκό
Και σπόροι
Θάφτηκαν μαζί με την αθωότητα
Κάτω απ’ το κόκκινο αίμα της ντροπής
Και της ατίμωσης.

   Στο ποίημα «Πρεσβεία Θεού» αναφέρεται σε αληθινή ιστορία που την έζησε η γιαγιά της Άρτεμις: «Μα ακόμη κι η αράχνη πόνεσε». Το ποίημα «Μυρωμένο φλουρί» συγκινεί με την προσπάθεια της γριούλας να το σώσει μέσα από τα «θηρία», τους επιδρομείς:

Αγιασμένο απ’ το νερό της κολυμβήθρας
Και από τα άγια μύρα μυρωμένο.

   Στο ποίημα «Ο ξωμάχος» περιγράφεται άλλη μια αληθινή ιστορία, που όταν την διαβάζεις αισθάνεσαι μια ανατριχίλα να διαπερνά τη ραχοκοκαλιά σου. Ειδικά, τη στιγμή που το εγγόνι λέει στον παππού του: «Παππού, παππούκα. Πάρε τα χέρια σου. Να. Πάρτα», αφού μάζεψε τα κομμένα μέλη του από το γιαταγάνι του βάρβαρου.
   Το ποίημα «Αρμονίας Κατάλυση» είναι εμποτισμένο με την ομιλία του λαού και θυμίζει δημοτικό τραγούδι στις πιο τραγικές στιγμές του:

-Βαθύχορδα αναστέναξαν
Τα τέλια της ψυχής μας
Και στη γραφίδα της ζωής
Στέρεψε η μελάνη.

Τα ανθοκλάδια λύγισαν
Κι ακούμπησαν το χώμα.
Λερώθηκε το χρώμα τους
Η ελπίδα εταπεινώθη.

Τρελλάθη’ ο γρύλος στο χιονιά
Κι άρχισε να γρυλίζει
Και τ’ αηδονοκαρδέρινα
Στη νύχτα τραγουδούνε.

   Στο ποίημα «Σπορά» διατυπώνονται σαν συμπέρασμα απ’ όλη την οδυνηρή περιπέτεια οι στίχοι:

Πλούσιο το τραπέζι του παρελθόντος
Μνημόσυνο και θηλασμός ταυτόχρονα
Λυγμός χαράς στον πόνο της οδύνης
Τη στιγμή του τοκετού.

   Στη στάση 14 με τον τίτλο: «Επί των τύπων των ήλων» γράφει:

Κι οι δεσμοφύλακες κατασπαράζουν τις αλήθειες μας.
Φυλακισμένα τα όνειρα που χτίσαμε
Σε στέρεη γη αιώνων.

   και παρακάτω:

Κι η πένα του τραγουδιστή  της ιλαρότητας
Έγινε μαχαίρι κοφτερό στα χείλη
Για να μην κλείσει η πληγή.

   Έρχεται λοιπόν σαν φυσικό επακόλουθο το ποίημα «Ανοιχτή πληγή»:

Η θάλασσα η πιο καλή κεντήτρα
Της Ελλάδας
Ανιστορεί σκέψη και πόνο
Χαρά και θρήνο
Πλέκοντας και κεντώντας
Βράχια και άμμο
Αγέρι λεύτερο ή πικραμένο
Σκαριά ατίθασα
Ή ποντισμένα
Και η καρδιά πάντα αιμορραγεί.

   Στο τελευταίο ποίημα του βιβλίου «Λευκός θάνατος-Λευκή Ανάσταση» η ποιήτρια γράφει για το «κόκκινο ποτάμι», για «Μια ατέλειωτη κινούμενη άμμος / που κατασπάραζε την ψυχή της» και δίνει το διαχρονικό κι ελπιδοφόρο της μήνυμα:

Η ελληνική καταγωγή
Η ταξιδεύτρα γλώσσα
Το κάτι άλλο της ψυχής μας
Το πριν και το μέλλον
Είναι εκεί
Ηφαίστειο καρπερό.


Λάσκαρης Π. Ζαράρης



Βιογραφικό Σημείωμα

 

Pechlivanidou Evangelia-Aggeliki

   Η Ευαγγελία-Αγγελική Πεχλιβανίδου εργάσθηκε ως καθηγήτρια Μέσης Εκπαίδευσης και πρόσφατα συνταξιοδοτήθηκε ως Διευθύντρια επί σειρά ετών.
   Στα σχολεία που υπηρέτησε ασχολήθηκε με πολλά εξωδιδακτικά προγράμματα μέσα από τα οποία βραβεύτηκαν τα σχολεία, μαθητές και η ίδια πολλές φορές με Αριστεία, Βραβεία, Επαίνους, Τιμητικές διακρίσεις και μετάλλια από πολλούς φορείς (ΥΠΕΠΘ, Ο ΦΙΛΩΝ, Πνευματικό πρακτορείο Γιοχάνεσμπουργκ, Δήμοι κ.ά.). Με πρωτοβουλία της και επιμέλειά της έχουν γίνει πολλές εκδόσεις εντύπων, ημερολογίου, περιοδικού, βιβλίου κ.ά. Έχει πάρει δύο φορές Έπαινο Ευδόκιμης Διδασκαλίας από το Δήμο Καλαβρύτων.
   Είχε και έχει έντονη κοινωνική και πολιτιστική δραστηριότητα (χορωδίες, παρουσιάσεις λογοτεχνών, εκδηλώσεων, ιεραποστολή, bazaars, κ.ά.). Επί έξη (6) έτη είχε την επιμέλεια και παρουσίαση εβδομαδιαίας ημίωρης τηλεοπτικής εκπομπής στο κανάλι 4ε της Ι.Μ. Θεσσαλονίκης, με θέματα ποικίλου περιεχομένου (λογοτεχνικά, ιστορικά, κοινωνικά, θρησκευτικά κ. ά. επίκαιρα), με τίτλο «Λύχνος ποιητικός».
   Για το ποιητικό της έργο έχει βραβευτεί πολλές φορές με αριστεία, βραβεία, επαίνους και τιμητικές διακρίσεις σε ποιητικούς διαγωνισμούς (από ΧΑΝΘ, «Παρνασσός», «Γαλαξίας», Ένωση Ευρωπαίων Λογοτεχνών, Π.Ε.Λ., Πνευματικό Πρακτορείο Γιοχάνεσμπουργκ, Π.Ε.Ε.Λ. (Πανελλήνια Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών), Ε.Λ.Β.Ε., Κελαινώ - Ξάστερον, (Βραβείο για ανάλυση παροιμίας, Αριστείο σε Παιδική Ποίηση, Αριστείο σε Σατυρική ποίηση, Βραβεία σε θεματική ποίηση), «Griechischer Kunst und Literatur-Μόναχο Βαυαρίας» «Giovanni Gronchi», Πίζα Ιταλίας, 2 φορές 1ο Βραβείο), καθώς και από άλλους φορείς μέχρι τώρα.
   Γράφει με άνεση σε όλα τα είδη του λόγου. Έχει συμμετοχή σε πολλά έγκυρα λογοτεχνικά περιοδικά και ανθολογίες με το έργο της.

Οι ποιητικές συλλογές της:
«Από την ψυχή μου στην Κύπρο», «Άνοιξη δώδεκα χρονώ», «Ύμνος στην κόρη των ματιών», «Λευκή φωτιά», «Ο θάνατος ενός θεού», «Είναι γιατί λείπει η αγάπη», «Δάσκαλε εσύ, σοφέ λαέ μου, με ρητά και παροιμίες δίδαξέ μου», «Προσφυγιά - αρμονίας κατάλυση». Έχει μεγάλο έργο ανέκδοτο.
   Διετέλεσε Πρόεδρος της Ένωσης Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδος (Ε.Λ.Β.Ε.) και Μέλος πολλών Ενώσεων. Ζει στη Θεσσαλονίκη και έχει τρία παιδιά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου