Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011

Tα δάκρυα της Νιόβης

Στ' ασημοκέντητα φεγγάρια κατατίθενται οι ελπίδες
προτού προλάβει να φανεί της αυγής το πρώτο αστέρι.
Σε ξάγρυπνα φεγγόβολα αστέρια υπνοβατούν οι θύμησες,
ελαφροπετώντας  με τα φτερά του έρωτα
σε πτήση ύπτια πάνω απ’ του νου τα κάστρα
και της ψυχής τις οχυρές αποχρώσεις.
Στα φεγγάρια η Νιόβη καταθέτει το δυσοίωνο χρησμό
μα ο φωτοδότης  θεός τη μεταμορφώνει
σε πέτρα, τη φοβίζει με μανία να ταράξει με  σεισμό.
Πνίγεται η χαρά του ποιητή στο κλάμα
και στα γέλια μιας στροφής
μ’ ένα τανγκό ερωτικό ξεφάντωμα στιγμής.
Της λησμονιάς η σκόνη σαν δεν μπορεί
Τ’ αγέραστα χρόνια μιας ζωής να τα σκεπάσει
γονυπετεί στον ίσκιο της σελήνης,
αποζητώντας μια χάρη να του κάνει κι ας μην πιάσει.
Τραπέζι στρώνει απ’ τ’ αποφάγια της ψυχής και την καλεί
να μοιραστεί αυτό, που απομένει.
Του Πέλοπα η αδελφή αυτή  του Τάνταλου η κόρη
η Νιόβη απ’ της Φρυγίας την εσχατιά,
γυρεύοντας την τύχη της στη Θήβα
παντρεύεται τον Αμφίονα να στήσει φαμελιά.
Δεν έστερξε ο γάμος της στα τέκνα της Λητούς
κι αυτά της εξαπέλυσαν βέλη αιχμηρά μακρού βεληνεκούς.
Άδακρυς μένει ο βωμός και η πυρά σβησμένη
από  το αίμα των παιδιών της, σαν τούτη βγήκε προδομένη.
Κι η γη να τρέχει και να φεύγει δαιμονισμένα
κάτω απ’ τα πόδια του ποιητή.
Της ιστορίας οι τέκτονες είχαν ευφράδεια και έμπνευση πολλή.
Κι έτρεχα κι εγώ μαζί σαν τα τρένα, που σφυρίζουν
σε παράλληλο ρυθμό και θαρρείς,
πως μένεις πίσω να σ’ αδειάσει,
όταν φτάσει στον  επόμενο σταθμό.
Στέρεψε  ο ιδρώτας  απ’ της Λητούς τη στυγερή εντολή
ανασκιρτώντας σύγκορμα απ’ τα έγκατα η πονεμένη Γη.
Ποτέ οι θεοί δεν βοήθαγαν τ’ ανθρώπινο το γένος 
σαν τούτο εκλιπαρούσε για βοήθεια και δανεικά.
Ή θα το μεταμόρφωνε σε άψυχο κι άγριο τέρας
ή σε βράχο να τον θαλασσοπνίγει το κύμα στο νοτιά.

Vicky Kostenas Lagdos
Dichterin
Zürich, 29.11.11

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου