ΟΙ ΑΣΟΙ
Πράσινη τσόχα σαν πελούζα μαγική
εξαίσιο βελούδο στην αφή της.
Κάστρα χτισμένα από μάρκες φωσφορίζουσες
υψώνονται διάφωτα στο στρογγυλό τραπέζι.
Κάτω απ’ τις μεταξωτές μανσέτες
με τα χρυσά ξενόκουμπα, οι Άσοι.
Της πειραγμένης τράπουλας. Standby.
Στις χαραμάδες της παλάμης ελλοχεύουν
σε μια παρτίδα έντεχνα στημένη.
Ανάμεσα στα φύλλα διεισδύουν
μοιράζουν και μοιράζονται χορεύοντας
στου πόκερ τους αμείλικτους ρυθμούς
μέχρι να εγκαταλείψουν το παιχνίδι
μετά από κάποια μπόμπα ή χαρακίρι
κι οι τελευταίοι αμύητοι χαμένοι.
ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΦΟΡΑ
Σούσι και τρατορίες
στις παρυφές του λόφου
κάτω απ' του Παρθενώνα την ιερή σκιά.
Στο Δίον, στους Δελφούς, στην Ολυμπία
πρόστυχα ομοιώματα των δώδεκα θεών
από φτηνές ρητίνες
ενθύμια για πράγματα που «πρέπει» να ξεχάσω.
Να κόψουν θέλουν σύρριζα το νήμα
που τον ομφάλιο λώρο μου συνδέει
αιώνες τώρα με τον ομφαλό του κόσμου.
Σειρήνες των καιρών με προκαλούν.
Computers, μάρκες, είδωλα.
Ματοβαμμένοι Ιανοί.
Μνησίκακες Πυθίες.
Συρμός χωρίς παράθυρα σε ραγισμένες ράγες.
Μ' ένα κλαδί ελιάς, λιανό, βαδίζω στο γαλάζιο
και μια σκηνή Ομηρική στον κόρφο φυλαγμένη.
Σπαρμένοι κίονες - σημάδια για το νόστο.
Με πληγωμένα δάχτυλα αγγίζω την οθόνη.
Στο site του Αχέροντα τις ρίζες μου γυρεύω
γιατί το νιώθω κάπου εδώ
γονείς κι αδέλφια έχω.
να πηγαίνει με χίλια.
Χίλια μυρμήγκια.
Μια ψόφια πεταλούδα
στους ώμους χίλιων μυρμηγκιών.
Ασπίδα
για τη μάχη του χειμώνα.
Η θηλυκότητα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Συναγερμός.
Τα εργαστήρια φιλντισένιων εκμαγείων επιτάσσονται.
Οργασμός.
Ρουμπινένια χείλη.
Σμαραγδένιο φουλάρι.
Υποσχέσεις ροζ.
Παρδαλά μπαϊράκια σε παράταξη μάχης.
Πυροβολισμοί στο χρόνο.
Πυροβολισμοί στο βρόντο.
Υ.Γ. Επί ματαίω;
Ξεθωριασμένο ροῦχο στόν ἀκάλυπτο τῆς λήθης.
Ἡ στιγμή.
Λεζάντα κάτω ἀπό θαμπή φωτογραφία, ἴσως.
Ὁ ἐνεστώς βουλιάζει στόν ἀόριστο, ἀφήνοντας
μία φυσαλλίδα εὔθραυστη
στήν ἀεικίνητη ἐπιφάνεια τοῦ νεροῦ
πού αέναα ἀνανεώνεται
σέ βάθος χρόνου.
Καί ὅσα
ἄχ
ἀλί
ἀμάν
ἀμήν
ἀχνές οὐλές
πνεῦμα δασύ πού σβήστηκε
ἀπό τήν Ἱστορία.
ΣΥΝΟΔΟΣ ΚΟΡΥΦΗΣ
Δίωρη πτήση.
Βαριές αποσκευές. Προτάσεις, στόχοι, προσδοκίες.
Με περιμένουν, πώς και πώς. Πρέπει
ν' αρέσω. Να καταπλήξω. Ταξίδι στο
Βορά.
Ως βορά, ίσως.
Φευγαλέα ματιά στον καθρέφτη.
Πού είναι τα πλουμίδια μου; Τα επιχειρήματα μου;
Χωρίς τα κρυσταλλένια μου γοβάκια, πού πηγαίνω;
Πώς θα γυρίσω; Αν γυρίσω.
Δείπνο σε στρογγυλό χειρουργικό τραπέζι.
Πιάτα ζεστά. Πρόσωπα κρύα. Αιματοβόρα.
Δίωρη πτήση.
Επιστρέφω ως αποσκευή.
Βαριά. Με ελαφρύ στομάχι. Καταστόλιστη.
Κατεψυγμένη σε ορθογώνιο φέρετρο
από χρυσό 24 καρατίων.
Νυφούλα μέσα στις γαλαζοπράσινες
συνθετικές μουσελίνες
που μου δάνεισαν.
Δήμητρα Καραφύλλη
Αθήνα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου