Όσο πιο έντονα μιλάει
η φωνή χάνεται...
Ένας πνιγμός, ένα ξεραμένο στόμα.
Το σάλιο άσπρο, στερεό.
«Πάρε το παιδάκι μου ύπνε
και δώσ’ το μου μεγάλο».
Δεν τραγούδαγε η μάνα του
Μια άγνωστη, χαμογελαστή ήταν.
Θέλει να μιλήσει....
Τον κρεμάσαν από πίσω,
κρυφά του πήραν το σώμα
σβήσαν το φεγγάρι μπαμπέσικα.
Οι έρωτές του είχαν ξεθωριάσει
Τα μάτια του κόκκινα
Τα παιδιά, τα πολύ μικρά
τoυ χαμογελούσαν, πια.
Κολυμπούσε αμήχανα στο κόκκινο
Ήθελε όλη η γειτονιά να το καταλάβει.
«Φλύαρε, περπάτησες λιγότερο,
δεν έδειρες κανέναν
ανοιγόκλεινες το στόμα βουβά
Η γλώσσα......
πόση σημασία σ’ ένα τόσο αντιαισθητικό απαθές κομμάτι!».
«Αγάπη μου!».
Κάπου την ξέρει αυτή τη φωνή
Είναι κοντά του;
Mα, δεν τη βλέπει…
….μίλησε μόνο στο μυαλό του;
Σιωπή επιτέλους!
Τελευταία στάση
Γλυκά ήρεμα σκυλιά - χτεσινοί φονιάδες
με τρυφερές μουσούδες,
έρχονται σαν σύννεφο.
Συνοδεία του πόθου του:
Παιδάκια και γλυκά σκυλιά.
Όμορφα που είναι....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου