Ήρθαν κι οι κοτζαμπάσηδες απ’ του καιρού τη φύτρα,
τάχα πως λυπηθήκανε και φέρανε και δώρα,
τα λερωμένα σώβρακα μιας νόθας ιστορίας
και σ’ ένα τοίχο μείνανε κι ακόμα περιμένουν,
όσο αργούμε δάσκαλε τόσα θα βρουν να πάρουν.
κι από παιδιά
κι από σκυλιά
κι από νεκρούς ακόμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου