Για να δώσουμε μία ικανοποιητική απάντηση στο ερώτημα που θέτει ο τίτλος του άρθρου, θα πρέπει να αναζητήσουμε, κυριολεκτικά να διακινδυνεύσουμε έναν ορισμό της ποίησης.
«Η ποίηση αποτελεί μια ακτινογραφία των φαινομένων -αισθητών και νοητικών- και ταιριάζει σε ανθρώπους που δεν μένουν στην επιφάνεια των πραγμάτων, αλλά διεισδύουν στα άδυτα της ανθρώπινης ύπαρξης».
Επειδή όμως, στην ποίηση επιτρέπονται οι μεγαλύτερες συντακτικές και νοηματικές ελευθερίες και χρησιμοποιούνται οι πιο ακραίοι πειραματισμοί, παρατηρείται συχνά το φαινόμενο η τεχνική να συμπιέζει την πρωταρχική ιδέα και το περιεχόμενο του ποιήματος. Για τον λόγο αυτό, δεν μπορεί να αξιοποιηθεί γόνιμα ο προβληματισμός του δημιουργού για το πώς θα κατασκευάσει ένα καλαίσθητο έργο. Αντιθέτως, εκείνος παρασύρεται σε μια «λεξιθηρική λαγνεία», στον εύκολο εντυπωσιασμό, ερωτοτροπώντας με την επιφάνεια και παραμερίζοντας τα βαθιά νοήματα και τα ουσιώδη θέματα. Η ποίηση δεν είναι δυνατόν να είναι ανώδυνη, πρέπει να προβληματίζει συνεχώς, εκπέμποντας πολλά και σημαντικά μηνύματα, ενώ στο κέντρο της είναι απαραίτητο να τοποθετεί πάντοτε τον άνθρωπο που υποφέρει.
Οι ποιητές γενικά απευθύνονται σ’ ένα πολύ μικρό αναγνωστικό κοινό γιατί ο σύγχρονος τρόπος ζωής οδηγεί τον άνθρωπο στο να διαβάζει εύπεπτα κείμενα και να μην ξοδεύει πολύ χρόνο στην κατανόησή τους. Μία αιτία που συντέλεσε στον παραγκωνισμό της ποίησης από το μυθιστόρημα είναι το έργο αρκετών «σύγχρονων» ποιητών, που επέλεξαν να διοχετεύουν και να εκτονώνουν στα ποιήματά τους έναν άκρατο συναισθηματισμό, μία εκτός ορίων φαντασιοπληξία και μια άνευ προηγουμένου βωμολοχία. Στην καλύτερη των περιπτώσεων δημιούργησαν έναν κόσμο αδιάφορο για τις αντικειμενικές αλήθειες, ένα άβατο και δυσεξήγητο ποιητικό σύμπαν, που κάνει κάθε αναγνώστη με ελάχιστα πνευματικά εφόδια να λαχταρά να αποδράσει αμέσως από εκεί .
Πρέπει όμως, να δεχτούμε τελικά πως η αληθινή ποίηση είναι αυτή που κληρονομήσαμε μέσω της προφορικής παράδοσης κι εκείνη όπως ακριβώς λειτουργούσε στις πρωτόγονες και προϊστορικές κοινωνίες, που το ποίημα αποτελούσε μέρος κάποιας λατρευτικής και τελετουργικής διαδικασίας.
Η πιο επιτυχημένη συνταγή για την ποίηση θα ήταν να βαδίσουμε στα χνάρια των μεγάλων ποιητών του παρελθόντος οι οποίοι έδωσαν αξιομνημόνευτους στίχους που άντεξαν στον χρόνο, για τον εξής απλό λόγο: Μετουσίωσαν τον κοινό πόθο των ανθρώπων για ατομικές και κοινωνικές διεκδικήσεις ή κατάφεραν να ενώσουν το προσωπικό τους όραμα μ’ ένα ευρύτερο κοινωνικό, εθνικό, θρησκευτικό και ιδεολογικό όραμα.
Θα ήταν ευχής έργον οι σύγχρονοι ποιητές ν’ αρχίζουν να αποκτούν ανάλογους προσανατολισμούς, ώστε επιτέλους η ποίηση να βγει από το «καβούκι» της και με αιχμηρά όπλα τούς στίχους της ν’ αντιτίθεται επίμονα στην αδικία και στη φτώχεια όπου τυχόν τις συναντά, ενώ τα ποιήματα θα ψιθυρίζονται απ’ όλο τον κόσμο σαν προσευχές ή σαν τραγούδια εκφράζοντας τη χαρά και τη λύπη τού σύγχρονου ανθρώπου.
08/12/2013
Λάσκαρης Π. Ζαράρης
Ο σύγχρονος ποιητής οφείλει την όποια έκδηλη ή υπόδηλη σκέψη του να την ενσωματώνει, αφομοιώνοντας την ενέργεια που της προκάλεσε. Να απωθεί την ιδέα της στασιμότητας, επιλέγοντας έναν ρευστό γοητευτικό και προσεγγίσιμο λόγο στην έκφραση και στην νοηματολογία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜόνον έτσι η ποιητική του αναζήτηση μπορεί να καλύπτει την ανάγκη των αναγνωστών, να ακουμπήσει στα λόγια ποιητών και να τα ψιθυρίσει...