Παρασκευή 28 Μαρτίου 2014

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΟΕΠΑΠ-ΔΗΠΕΘΕ ΔΗΜΟΥ ΒΟΛΟΥ-ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

100 χρόνια Α. Τάσσος (1914-2014)
Τα χαρακτικά έργα του Δημαρχείου Βόλου σε ειδικό τιμητικό αφιέρωμα
Δημαρχείο Βόλου και  Κέντρο Τέχνης, Σάββατο 29 Μαρτίου



          Ο Δήμος  Βόλου, με  αφορμή τη συμπλήρωση των 100 χρόνων από τη γέννηση του μεγάλου χαράκτη και αγωνιστή Α. Τάσσου,  οργανώνει   εκδηλώσεις τιμής στη μνήμη του, με ένα συμβολικό αφιέρωμα προς εκείνον,  του οποίου  τα τελευταία έργα της ζωής του φιλοξενούνται εσαεί στην πόλη μας ως πολύτιμο κειμήλιο για τις νέες γενιές.
Είναι γνωστό ότι τα χαρακτικά έργα του Δημαρχείου Βόλου, που βρίσκονται εντοιχισμένα στο φουαγιέ της εισόδου, από την εποχή της δημαρχίας του  Μιχάλη Κουντούρη, αποτελώντας μόνιμη έκθεση και μια από τις μεγαλύτερες χαρακτικές επιφάνειες στην Ελλάδα, είναι εμπνευσμένα από την διαχρονική ιστορία της περιοχής και τη φυσιογνωμία της σύγχρονης πόλης του Βόλου. 
Το έργο  της φιλοτέχνησης που αρχικά είχε ανατεθεί από τον Δήμο Βόλου στον χαράκτη  Α. Τάσσο  περιλαμβάνει  τέσσερις θεματικές ενότητες: όψεις της πόλης (το χθες και το σήμερα) , εμπορική και οικονομική ανάπτυξη, κοινωνικοί και πολιτικοί αγώνες, ιστορικά πρόσωπα στο χώρο των γραμμάτων και των τεχνών . 
Οι πρώτες πέντε συνθέσεις φιλοτεχνήθηκαν από τον ίδιο τον Τάσσο το 1985, μετά από ανάθεση του Δήμου Βόλου.  Μετά τον απροσδόκητο  θάνατο του καλλιτέχνη,  οι νεότεροι χαράκτες Tάκης Κατσουλίδης, Αθηνά Σχοινά,  Μαριάννα Ξενάκη  και Γιάννης Γουρζής ανέλαβαν την φιλοτέχνηση των υπόλοιπων ξυλογραφιών, όπως είχε σχεδιαστεί,  έργο που ολοκληρώθηκε και εγκαινιάστηκε  το 1990. 
Πιο αναλυτικά το τιμητικό αφιέρωμα, το οποίο πραγματοποιείται με τη συνεργασία του ΔΟΕΠΑΠ-ΔΗΠΕΘΕ και την Εταιρεία Εικαστικών Τεχνών Τάσσος Α. περιλαμβάνει: 1. Επιστημονική Συνάντηση που θα πραγματοποιηθεί το Σάββατο στις  10:30 το πρωί στην  αίθουσα εκδηλώσεων του Δημαρχείου Βόλου και στον εκθεσιακό  χώρο  στην κεντρική είσοδο. Χαιρετισμούς θα απευθύνουν ο Δήμαρχος  Βόλου κ. Πάνος Σκοτινιώτης, η κα Ρένα Ανούση εκπρόσωπος της Προέδρου του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών (Αθηνών) και ο Εκπρόσωπος της Εταιρείας Εικαστικών Τεχνών Τάσσος Α. Η κεντρική ομιλία θα γίνει από την κυρία Ειρήνη  Οράτη, ιστορικό τέχνης,  με θέμα «Ένα μοναδικό εικαστικό σύνολο του Α. Τάσσου για το Δημαρχείο Βόλου».  Για το έργο και τη ζωή του Α. Τάσσου θα κάνουν επίσης σύντομες παρεμβάσεις οι χαράκτες –ζωγράφοι, οι οποίοι μετά το θάνατο του Α. Τάσσου ολοκλήρωσαν την χαρακτική επιφάνεια του Δημαρχείου :Τάκης Κατσουλίδης, Mαίρη Σχοινά, Μαριάννα Ξενάκη και Γιάννης Γουρζής.  
2. Αμέσως μετά την συνάντηση, στις 1 το μεσημέρι,  ακολουθεί η τελετή των εγκαινίων χαρακτικών έργων- αφιέρωμα στη μαυρόασπρη ξυλογραφία και χαλκογραφία,  στο Κέντρο Τέχνης Τζιόρτζιο ντε Κίρικο. Στην έκθεση «Μαυρόασπρη Χαρακτική» συμμετέχουν τρεις διαφορετικές  κατηγορίες καλλιτεχνών που συνδέονται με τον μεγάλο χαράκτη.
Οι περισσότεροι είναι οι  χαράκτες που αποφοίτησαν, όπως και εκείνος, από το Εργαστήριο Χαρακτικής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών του χαράκτη Γιάννη Κεφαλληνού, του πρωτοπόρου μετά τον Δημήτρη Γαλάνη έλληνα χαράκτη, που από το 1930 έως το θάνατο του το 1957 διατήρησε την έδρα της Χαρακτικής της Σχολής. Υπήρξε ο πραγματικός ανανεωτής της τέχνης αυτής στην Ελλάδα, από το εργαστήριο του οποίου πέρασε όλη η νεώτερη γενιά της ελληνικής χαρακτικής και που  η διδασκαλία και η προσωπικότητά  του  επέδρασε   καλλιτεχνικά, πνευματικά και ιδεολογικά στους μαθητές του. Επίσης συμπεριλαμβάνονται στην έκθεση έργα χαρακτών, συνοδοιπόρων και συνεργατών του Τάσσου  (Π.Γράββαλου, Ελένης Οικονομίδου, Τ. Κατσουλίδη) και τέλος έργα των    χαρακτών  συνεχιστών  του μνημειακού έργου του Τάσσου   για το Δήμο Βόλου,  που λόγω του θανάτου του ολοκληρώθηκε από τους τρεις νεώτερους χαράκτες Μ.Ξενάκη, Μ.Σχοινά και Γ.Γουρζή.
Συνδετικός κρίκος των συμμετεχόντων της έκθεσης είναι  η μαυρόασπρη χαρακτική, ξυλογραφία κυρίως και χαλκογραφία, τιμής ένεκεν προς τη δημιουργία του χαράκτη Τάσσου,  στην οποία κυριαρχούσε η μαυρόασπρη ξυλογραφία, η  τέχνη που «… το βάθος και το πλάτος της κοψιάς, οι επιφάνειες που θα δημιουργήσουν το μαύρο ή το άλλο χρώμα, αποκαλύπτουν  το δυναμισμό και τη βούληση του τεχνίτη…».
Πρόκειται για ένα  σύνολο έργων ενδεικτικό των τάσεων της νεώτερης χαρακτικής με ποικιλία εκφράσεων από τις πιο παραδοσιακές  και παραστατικές έως  στις πιο ανεικονικές και εννοιολογικές συνθέσεις.Eπιμέλεια Έκθεσης: Xρύσα Δραντάκη. 
Επισημαίνεται ακόμη, ότι με τη συνεργασία της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης έχουν προετοιμαστεί ειδικές εκπαιδευτικές επισκέψεις των  Σχολείων, ώστε να επισκεφθούν  τη σπάνια αυτή πολιτιστική παρακαταθήκη που βρίσκεται στο Δημαρχείο της πόλης μας   με  σημαντικό εκπαιδευτικό, ιστορικό, κοινωνικό και πολιτιστικό ενδιαφέρον αλλά και την περιοδική έκθεση στο Ντε Κίρικο, η οποία  θα παραμείνει ανοικτή έως τα τέλη του προσεχούς Απριλίου.


Βιογραφικό Α. Τάσσου
Στις 25 Μαρτίου 1914 γεννιέται στη Λευκοχώρα Μεσσηνίας, ο Τάσσος (Αναστάσιος Αλεβίζος). Το 1919 η οικογένειά του εγκαθίσταται στην Αθήνα και το 1927 παίρνει τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής δίπλα στον Γιώργο Κωτσάκη. Το 1930 εισάγεται στη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου παρακολουθεί τα προκαταρκτικά μαθήματα και στη συνέχεια (1932 – 1937) το Εργαστήρι Γλυπτικής του Θωμά Θωμόπουλου και τα Εργαστήρια Ζωγραφικής του Ουμβέρτου Αργυρού και του Κωστή Παρθένη. Συνδέεται με τον κύκλο του αριστερού περιοδικού Νέοι πρωτοπόροι. Το 1932  γράφεται από τους πρώτους στο νέο Εργαστήριο Χαρακτικής που λειτουργεί στη Σχολή με καθηγητή τον Γιάννη Κεφαλληνό.  Πιθανολογείται ότι καθοριστικό ρόλο στην αφοσίωσή του στην χαρακτική έπαιξε και η γνωριμία του με τον Δ. Γαλάνη, τον άλλο μεγάλο έλληνα χαράκτη της εποχής του Μεσοπολέμου, μέσω του οποίου γνώρισε και την γαλλική χαρακτική. Το 1936,  με ευνοϊκές κριτικές γίνεται δεκτή η πρώτη του ατομική έκθεση στο βιβλιοπωλείο «Ελευθερουδάκης», ενώ συμμετέχει στην ομαδική έκθεση ελληνικής χαρακτικής  στην Πράγα και στη Κόζιτζε της Τσεχοσλοβακίας. Αποφοιτά το 1939 από τη Σχολή, συμμετέχει στη Β΄ Πανελλήνια και αρχίζει τη συνεργασία του με τη Νέα Εστία αναλαμβάνοντας εικονογραφήσεις. Το 1940 κερδίζει το Κρατικό Μετάλλιο Χαρακτικής στη Γ΄ Πανελλήνια και φιλοτεχνεί το εξώφυλλο και την εικονογράφηση του πανηγυρικού τεύχους του περιοδικού Πειραϊκά Γράμματα, που είναι αφιερωμένο στα λουλούδια. 
Από το 1930 είχε ενταχθεί στο ΚΚΕ, αρχικά στην νεολαία του κόμματος (ΟΚΝΕ) και αργότερα ως πλήρες μέλος. Από τα πρώτα έργα του είναι ολοφάνερη η κοινωνική και πολιτική διάσταση της δουλειάς του που αποδίδει θέματα από την σκληρή καθημερινότητα και τους αγώνες της εργατικής τάξης. Στα χρόνια της Κατοχής γίνεται ιδρυτικό στέλεχος του ΕΑΜ Καλλιτεχνών, παίρνει μέρος στην Αντίσταση, χαράσσει παράνομες αφίσες, δραστηριοποιείται στα συσσίτια των καλλιτεχνών, συλλαμβάνεται από τους Ιταλούς για την παρουσίαση της ξυλογραφίας Ο τρελός, συμμετέχει στις παράνομες εκδόσεις του ΕΛΑΣ – ΕΑΜ Από τους Αγώνες του Ελληνικού Λαού και Τα Νιάτα στον Αγώνα. Το 1943 εικονογραφεί τα βιβλία Νοσταλγοί του Παύλου Φλώρου και Γύρω από το Θέατρο του Πέλλου Κατσέλη. Το 1945 συμμετέχει με ξυλογραφίες του λευκώματα Για τη Χιλιάκριβη τη Λευτεριά και Θυσιαστήριο της Λευτεριάς των εκδόσεων «Ο Ρήγας». Το 1948  είναι η χρονιά που «αποπέμπεται» από το ΚΚΕ. 
Μετά την απελευθέρωση, ο Τάσσος άρχισε να ασχολείται και με άλλα θέματα πέρα από τα επικά του πολέμου, όπως γυμνά, νεκρές φύσεις και πορτρέτα, ενώ ταυτοχρόνως άρχισε να χρησιμοποιεί και χρώμα στις ξυλογραφίες του. Το 1949 μαζί με άλλους καλλιτέχνες (Γιώργος Μπουζιάνης, Σπύρος Βασιλείου, Γιώργος Ζογγολόπουλος, Γιώργος Γουναρόπουλος, Τάκης Ελευθεριάδης, Γιάννης Μηταράκης, Ορέστης Κανέλλης, Βάσω Κατράκη, Λουκία Μαγγιόρου, Αντώνης Σώχος, Ιωάννα Σπητέρη και άλλοι) ιδρύει την ομάδα «Στάθμη». Το 1950 συμμετέχει στην έκθεση της «Στάθμης» στο Ζάππειο, εικονογραφεί το διήγημα του Γιώργου Θεοτοκά Ιερά Οδός από το περιοδικό «Φιλολογική Πρωτοχρονιά» και εκπροσωπεί την Ελλάδα στην 25η Μπιενάλε της Βενετίας μαζί με τους Νίκο Χατζηκυριάκο – Γκίκα, Καίσαρα Σοφιανόπουλο, Εμμανουήλ Ζαϊρη και Θανάση Απάρτη. Το 1951 φιλοτεχνεί το εξώφυλλο της Φιλολογικής Πρωτοχρονιάς και ανανεώνει τη συνεργασία του με τη Νέα Εστία για την οποίο σχεδιάζει προσωπογραφίες νεότερων Ελλήνων Λογοτεχνών στα άρθρα του Άλκη Θρύλου και πρωτοδημοσιεύει σειρά ξυλογραφιών του τίτλο «Ελληνικό Τοπίο». Συμμετέχει στις εκθέσεις της «Στάθμης» στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη και το 1952 συμμετέχει με ξυλογραφίες στη Δ΄ Πανελλήνιο και στη Μπιενάλε Άσπρο – Μαύρο του Λουγκάνο. 
Στη δεκαετία του 1960 η θεματογραφία του άρχισε να επικεντρώνεται στην απόδοση της ανθρώπινης μορφής. Εγκατέλειψε σταδιακά το χρώμα, χάραζε όλο και μεγαλύτερες πλάκες ξύλου και άρχισε να δημιουργεί θεματικές ενότητες σε τρίπτυχα ή τετράπτυχα. Ταυτοχρόνως ασχολήθηκε με την αγιογραφία, ενώ συνέχισε να φιλοτεχνεί βιβλία. Κατά τη Δικτατορία έζησε αυτοεξόριστος εκτός Ελλάδας και φιλοτέχνησε έργα κοινωνικής διαμαρτυρίας καταγράφοντας γεγονότα που τον συγκλόνισαν. Μετά την Χούντα εξέθεσε έργα του στην Εθνική Πινακοθήκη (1975) και λίγο καιρό αργότερα έγινε μέλος του διοικητικού συμβουλίου του ίδιου ιδρύματος. Το 1977, ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της Πανελλήνιας Πολιτιστικής Κίνησης. Συνέχισε να εργάζεται σκληρά μέχρι τις τελευταίες ημέρες της ζωής του. Πέθανε το Οκτώβριο του 1985 ενώ στο εργαστήριό του παρέμεινε  μισοτελειωμένο το έργο του, αφιέρωμα στην «Εθνική Αντίσταση» που προοριζόταν για το Δημαρχείο του Βόλου,  συνεχίστηκε από τον μαθητή του, καταξιωμένο  χαράκτη σήμερα Παναγιώτη Κατσουλίδη. Το 1987, η Εθνική Πινακοθήκη τον τίμησε με μία δεύτερη μεγάλη αναδρομική έκθεση έργων του. Έναν χρόνο μετά τον θάνατό του, δημιουργήθηκε η Εταιρεία Εικαστικών Τεχνών «Α. Τάσσος», με σκοπό την διάδοση του έργου του και την υποστήριξη της ελληνικής χαρακτικής. Από το 1991 και κάθε τρία χρόνια, η Εταιρεία αυτή πραγματοποιεί συλλογικές εκθέσεις νέων ελλήνων χαρακτών σε διαφορετικές πόλεις της Ελλάδας. Η Εταιρεία επίσης διατηρεί ανοιχτό ως μουσείο το σπίτι όπου έζησε και δημιούργησε ο Τάσσος και η σύζυγός του, η ζωγράφος και χαράκτρια Λουκία Μαγγιώρου (γεν. 1914), επί της Αρδηττού 34, στην συνοικία Μετς της Αθήνας. Τα έργα του χαρακτηρίζονται από την τεχνική αρτιότητά τους και την συγκινησιακή — τρυφερή αλλά και δωρική — απόδοση της μορφής των απλών ανθρώπων του μόχθου και του πόνου. Ωστόσο ένα σύγχρονο μάτι δεν μπορεί να μην διακρίνει μέσα στις ξυλογραφίες του Τάσσου και την επική μεγαλοπρέπεια της στρατευμένης τέχνης. Άλλωστε, ο ίδιος ο χαράκτης «παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του στρατευμένος στην υπόθεση της πάλης για μια νέα κοινωνία, δίκαιη, δημοκρατική και σοσιαλιστική» (Η. Μόρτογλου, Ριζοσπάστης, 23 Οκτωβρίου 1995).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου