Τόσες νύχτες
περάσανε πάνω απ’ τα μάτια μας και δεν προλάβαμε οι άνθρωποι να κοιτάξουμε λίγο
ουρανό. Λες και μας έπιανε απελπισία όταν τα άστρα μάς χαμογελούσαν. Ή εκείνα
τρεμόσβηναν και παραλληλίζαμε κατ’ επέκτασιν τη ζωή μας με αυτό το τρεμόσβησμα.
«Στη γη, στη
γη σκυμμένος πάντα να είσαι παιδί μου! Να τη σκαλίζεις και να την ποτίζεις!»,
μου έλεγε ο πατέρας μου όλο θέρμη.
Αυτός ήταν
κι ο μοναδικός τρόπος ζωής, που τον συνέδεε με ό,τι θεωρούσε σημαντικό, όπως συνηθίζει
να κάνει κάθε άνθρωπος για να δώσει τον αγώνα του και να πει κάποια μέρα: «Να,
κάτι έκανα κι εγώ πριν με φάει το χώμα και εξαφανιστώ από προσώπου γης».
Άλλη
εναλλακτική δεν υπήρχε για ανθρώπους εγκάρδιους και απλούς σαν τον πατέρα μου.
Αν τον ρωτούσες τι σημαίνει όνειρο, θα σου απαντούσε: «δεν ξέρω, μόνο από προσευχή
ξέρω, πρώτα πρέπει να σ’ έχει ο Θεός καλά για να μπορείς να ονειρεύεσαι...».
Μήπως δεν
ήξερε από όνειρα κι ας προσπαθούσε να με πείσει για το αντίθετο! Επειδή ο
αδελφός του είχε ένα ελάττωμα στο πόδι και ήταν αδύνατον να δουλέψει στα χωράφια,
για να μην εγκαταλειφθούν αναγκάστηκε να επωμιστεί όλο το βάρος της
οικογένειας: μάνα, πατέρα, αδελφή και αδελφό. Αν και ήταν σπίρτο στα
γράμματα, δεν πήγε για σπουδές, και βρέθηκε από παιδί με δυο άλογα και ένα
αλέτρι, να καλλιεργεί την απαιτητική γη για να του δώσει καρπούς. Ποτέ δεν τον
άκουσα να παραπονιέται και να λέει με καημό ότι αν βρισκόταν κάπου αλλού και
έκανε κάτι άλλο, θα ήταν περισσότερο ευτυχισμένος. Πλήρης
αποδοχή της μοίρας, χωρίς αναστεναγμούς και γογγυσμούς.
Ήξερε πολύ
καλά να ξεχωρίζει τη φαντασία από την πραγματικότητα. Αν έβλεπε κάποιο όνειρο
στον ύπνο του, επέρριπτε άμεσα γι’ αυτό τις ευθύνες στον «έξω από εδώ»,
λέγοντας ότι είναι του πονηρού πειρασμοί και δεν πρέπει να τα δίνουμε σημασία.
Αντιθέτως,
εγώ που κοιμόμουν πολλές ώρες τη μέρα ως παιδί και αργότερα ως έφηβος,
παρακαλούσα να έρθει στον ύπνο μου κάποιο εξωπραγματικό ον για να μου μιλήσει.
Έτσι θα εκμεταλλευόμουν την ευκαιρία να μάθω πράγματα που δεν έχουν να κάνουν
με την απτή και γήινη ζωή.
Κάθε φορά
που γινόταν αυτό, πετούσα από την χαρά μου μόλις ξυπνούσα, και προσπαθούσα
ταυτόχρονα να θυμηθώ σκηνές από το όνειρο, συσχετίζοντάς το με την καινούργια
μέρα, κατά τη διάρκεια της οποίας προμάντευα τι ακριβώς θα μου συμβεί.
Κάποτε είδα
στον ύπνο μου την κοπέλα με την οποία ήμουν ερωτευμένος στην Α΄ Λυκείου,
γοργόνα με ψαρίσια ουρά... Ήταν καλοκαίρι, είχε κατέβει κι εκείνη στη θάλασσα
να κολυμπήσει. Τη στιγμή λοιπόν, που με γνώρισε από μακριά κι άρχισε να κάνει
μεγάλες απλωτές για να με φτάσει, τι λέτε πώς συνέβη;
Ένα μικρό
δελφίνι βρέθηκε ανάμεσά μας. Αρχικά, μας έκοψε τα ήπατα το κορμί του κάτω απ’
τα πόδια μας. Ύστερα πετάχτηκε ξαφνικά μπροστά μας και αμέσως βούτηξε στα νερά
προσωρινά, μέχρι να πεταχτεί και πάλι. Όπου φύγει φύγει και οι δυο μας, με
μάτια τρομαγμένα, ποιος μας εγγυόταν ότι αυτό που βλέπαμε δεν ήταν ένας
καρχαρίας, ο οποίος ετοιμαζόταν για ένα θεσπέσιο γεύμα;
Τα όνειρα
είχαν και ευτράπελες εξελίξεις στην καθημερινή ζωή μου. Ήταν όμως σίγουρα αυτά
που μ’ έκαναν να πιστέψω στον έρωτα και στις δυνάμεις μου. Από τότε που άρχισα
να τους δίνω τη δέουσα σημασία, θέριευαν και με τύλιγαν στον λαιμό αν δεν τα αντάμειβα
με τις άοκνες προσπάθειές μου. Από τότε έπαψαν να με φοβίζουν τα άστρα, μου άναβαν φωτιά στην
ψυχή να επιδιώκω τα ιδανικά και τα ωραία. Μου φώτιζαν τον δρόμο, να προχωρώ με
ψηλά το κεφάλι.
Μόνο οι
άνθρωποι με τα κατεβασμένα μάτια με τρόμαζαν, γιατί έμοιαζαν με πουλιά που
κατήργησαν τα φτερά τους για να μην βλέπουν πόσο όμορφα είναι να πετάς στον
ουρανό.
29/01/2017
Λάσκαρης Π. Ζαράρης
Καλογραμμένο διήγημα με προσεγμένο λεξιλόγιο, φυσική ροή, αλληγορίες και συμβολισμούς. Συγχαρητήρια φίλε Λάσκαρη!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε ευχαριστώ πολύ αγαπητέ φίλε Γεώργιε για τα θετικά στοιχεία που εντόπισες στο διήγημά μου!!!
Διαγραφή