ΚΑΜΑΡΑ, 1968Ήρθες στο προσκλητήριο με τη φρεσκάδα της νιότης όταν τα αισθήματα κουβαλούσαν την Άνοιξη και τ’ όνειρο ξεκινούσε ανυποψίαστο στην πόλη του Κάσσανδρου, απ’ τα κάστρα να καταλήξει στην παραλία της Κρήνης. Ήρθες ένα απόβραδο του Αυγούστου του χίλια εννιακόσια εξήντα οκτώ στου Γαλέριου την αψίδα. Δεν είπες τίποτα, ούτε κι εγώ έτσι το νιώθαμε. Στα πρώτα μας βήματα, θέλαμε να είμαστε μόνοι! Φορούσες άσπρο μπλουζάκι και κόκκινη μίνι φούστα και το βήμα σου φέγγιζε. Κι είχαν τα μαλλιά σου ένα άρωμα από γιασεμί, κι ένα στιλπνό ανέμισμα από δεκαοχτώ Καλοκαίρια μέχρι που και ο άνεμος ζήλευε. Τις λευκές μας στιγμές, ποιος τις θυμάται τώρα; Θυμάμαι μόνο πόσο αγριοστάφυλο γευτήκαμε οι δυο μας όταν μου χαμογέλασες κι ύστερα το πρόσωπό σου πήρε μια απόχρωση κόκκινου τριαντάφυλλου και καθώς έσκυψες, τα χείλη σου ακούμπησαν απαλά τα δικά μου. Ψηλά ο Αποσπερίτης κρυφογελούσε και σημείωνε χι κι κόσμος γύρω, στον κόσμο του.. Δεν είπαμε τίποτα, ούτε ένα σ’ αγαπώ. Τα είχε πει όλα η σιωπή, στην τελετουργία της μύησης μ ’εκείνη τη μαγεία του αποκρυφισμού. Τι θέση έχουν τα λόγια, τέτοιες στιγμές οι καρδιές μόνο να αγαπήσουν μπορούσαν κι είχαν ανάγκη - στο παρθενικό τους άγγιγμα- από γαλήνη και φως, να συνεχιστεί το ταξίδι τους κι ας κρατούσε το τραγούδι στην πλώρη κι η ευτυχία μας όσο ήθελε. Στην κορύφωση της αγάπης εμείς, λέγαμε την αλήθεια. Μετρήσαμε πέντε χρόνια ζωής κι όταν άρχισε η υποχώρηση δε φταίγαμε εμείς. Εχθρός μας ήταν ο χρόνος που έχει μια τάση, να ισοπεδώνει τα πάντα γιατί δεν μπορεί να αντέξει τον παράδεισο των ανθρώπων! Θεόδωρος Σαντάς, Θεσσαλονίκη 31-01-2010 |
Τρίτη 17 Μαΐου 2011
Ένα ερωτικό ποίημα του Θεόδωρου Σαντά
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου