Ήρθε ο Αύγουστος κι ένα κύμα την ταξίδεψε στην ακρογιαλιά.
Τότε το σώμα της ελισσόταν ανάμεσα στους πόθους,
έπλαθε όνειρα για τις ακροβασίες της καρδιάς.
«Γιατί να ξεπλένεις τις πληγές σου
πάνω στο θαμμένο νερό της νιότης σου;
Γιατί να προσδοκάς με τα μάτια της φωτιάς
το μεγάλο μυστήριο της φουρτούνας;».
Ύστερα αναγαλλιάζεις στην τελευταία σου λέξη,
στον τελευταίο ήχο του ανέμου.
«Καλωσήρθες με τα χρώματα του μεσημεριού.
Τα διλήμματα της νύχτας σκορπίσανε το χρόνο σου
στο φευγαλέο της ύπαρξης,
στην οργή που σε πνίγει
καθώς σκάβεις με τα νύχια σου τις μνήμες».
Το δικό σου ποτό είναι
η αναγνώριση του συναισθήματος.
Αυτό εξατμίζει τ’ αποτυπώματα της μοίρας
στο ραγισμένο σώμα σου.
Αυτό σου δίνει το κουράγιο
με της θάλασσας τα δάκρυα να μεθάς,
ακοίμητος ο κοντυλοφόρος της ελπίδας που κρατάς.
Τη μοναξιά σου στολίζεις με λέξεις
για ν’ ανταμώσεις στην ίδια ακρογιαλιά
τον Αύγουστο που ερωτεύτηκες κάποτε·
το πιο ωραίο ποίημα που έγραψες
όταν ήσουνα ακόμη μια μικρή σταλαγματιά.
Λάσκαρης Π. Ζαράρης
Νέα Αγχίαλος Μαγνησίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου