Tι να κρατήσω και τι ν’ ασημώσω απ’ αυτή τη ζωή!
Λυγμός θα γίνω κληματόβεργας
να δραπετεύσω σ’ άλλου πλανήτη
τα ευάλωτα ενδόμυχα να εξαγνιστώ
κάτω απ’ το γείσο μιας εξωγήινης θεότητας.
Βαρέθηκα το βουητό της θάλασσας
της πετροκέρασας και αφροκυματούσας,
που με παίρνει και με ταξιδεύει
σε χιλιοποίκιλτα Αιγαιώτικα ακρογιάλια.
Τι να ξεχάσω και τι να ξεγράψω απ’ αυτή τη ζωή!
Τη βροχή πάνω στα τσίγκια και στα δεμάτια οξιάς
να ξαγρυπνάει σπουργίτια
και να μυρμηδίζει μεσονύχτιες συνελεύσεις
στων Πλειάδων το ολονύχτιο γεύμα;
Κι όσο η θάλασσα αφρίζει
στο γυμνόφωτο της τραχειάς πέτρας
τόσο ο αφηνιασμένος αγέρας
με μανία θα ωρύεται και θα μαίνεται
σε κάθε σκοπιμαία υπόθαλψη
μιας υπολανθάνουσας θύμησης.
Τι να κρατήσω και τι να κεράσω σ’ αυτή τη ζωή!
Το σελάγισμα αδέσποτων φεγγαριών
μες τη διαύγεια της διαίσθησης των βυθών;
Το χαρακήρι του ορίζοντα στο άνυδρο πλευρό της γης
ή της σμιχτής πορφύρας το purple του φεγγαριού;
Εκείνο το περίσσιο κόκκινο, που όταν ξεχύνεται
στα βουνοπλάγια δασόκλωνες ελιές ανασταίνει,
ξελογιάζοντας το βλέμμα των Ολύμπιων Θεών.
Θα βγω στ’ αγνάντι με τη ματιά ακονισμένη
στον κόρφο του όρμου με τα περιστέρια.
Στο μαίστρο θα παραγγείλω τη φορεσιά της θύελλας
τα βράχια για να ντύσω, που αδιάφορα κι αχόρταγα
μύρια γαλάζια στρέμματα απομυζούν.
Κι όταν σιγήσει η Σειρήνα στα βαθιά
με το τραγούδι του ήλιου στα μάτια
και της σελήνης τ’ αξημέρωτο σεργιάνι φυλαχτό
θα πιω χιλιάδες χρώματα να ζωντανέψω τα όνειρα,
που ξύπνησαν παράμερα τραγούδια όψιμα
θαμμένα μες την απόκρυφη θαλασσοσπηλιά
εκεί κάτω στων δώδεκα Θεών την άλια μοιρασιά.
Vicky Kostenas Lagdos,
Dichterin
6. Oktober 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου