Σαν τύψη σε γυρνώ στου νου τα παρακλάδια,
στα πολυσύχναστα δρομάκια της πόλης περιμένω…
τη νύχτα να κρύψει τις πληγές του παρελθόντος.
Και σε ρωτώ αν η ανάμνηση γλυκαίνει μέσα στο σκοτάδι,
αν τα σημάδια που αγγίζω είναι της μοίρας η μιλιά
παρά του έρωτα οι ποθητές, νοσταλγικές τοποθεσίες.
Μάτια απορημένα, φοβισμένα και πικρά,
παγίδες-συναισθήματα που υφαίνουν με τα χρόνια
τους επικίνδυνους ιστούς σε συμπεράσματα κοινά:
«Όσα ελπίσαμε βουλιάξανε στη θλίψη,
όσα αναστήθηκαν απ’ τη νεκρή ορμή μας
ήθελαν να πιουν της μέρας όλο το φως,
εκείνης που κοιτούσε απ’ το παράθυρο του κόσμου μαγεμένη
τα όνειρα να σμίγουν με τα δάκρυα του αποχωρισμού».
Μα, να κερνάς παράδεισο στα χείλη,
στίχους να πλέκεις για του έρωτα το πλεχτό,
παρηγοριά τον ήλιο να γυρεύεις
στα κρυμμένα μονοπάτια τ’ ουρανού!
Κι αυτά τα δάχτυλα που αλώνουν το σκοτάδι
στην ομορφιά των νιάτων κερδίζουν την αιώνια χαρά…
του ποιήματος γυμνή αλήθεια
και άνθισμα ψυχής γι’ αγαπημένη συντροφιά.
Λάσκαρης Π. Ζαράρης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου