Τα δκυο σου μάθκια
γλυκάες τζιαι ομορκιές
ξεσιειλίζουν.
Εμέθυσέν μου
η γλύκα του φιλιού σου,
ανεράδα μου.
Της ομορκιάς σου
να φέξει στην στράτα μου
άφησ’ τον ήλιον.
Σγοιαν ήλιος φέγγει
το γλυκοθώρημά σου
μαυρομμάτα μου.
(σγοιαν: σαν, όπως – γλυκοθώρημα: βλέπω κάποιο με γλυκύτητα, το γλυκό βλέμμα).
Να μεν πολλαρκείς
σγοιαν το νερόν η ζωή
τζιυλά τζιαι φεύκει.
(πολλαρκείς: καθυστερείς πολύ).
Ακρόστου μου τσας
της ψυσιής η ομορφκιά
είν’ αθάνατη.
(ακρόστου μου: άκουσέ με).
Τα δκυο σου σιείλη
γλυκοστάσσουσιν μέλιν,
αρκόντισσά μου.
Να ρέξει μέρα
να μεν δω τα μάθκια σου
αχ πελλανίσκω.
(ρέσσω: περνώ, διέρχομαι – πελλανίσκω: τρελαίνομαι).
Η ευτυχία
χαρκιέσαι ’γοράζεται
με τα ριάλια;
(χαρκιέσαι: νομίζεις, υποθέτεις – ριάλια: λεφτά).
Πριχού συντύσιεις
βούττα στον νουν την γλώσσαν,
επολλολόησες.
(σύντισιε: μίλησε – επολλολόησες: μίλησες πολύ, πολυλόγησες).
Τα δκυο σου μάθκια
στες καρκιάς τες φουρτούνες
αστροπελέτζια.
Έν’ πκιον ορμάνιν
ο τζιήπος της καρκιάς
άρκησες να ’ρτεις.
(ορμάνιν: ακαλλιέργητη γη, ρουμάνι).
Δίχα φεγγάριν
χώρκα σου, αντζέλισσα,
οι νύκτες μου πκιον.
(δίχα: χωρίς, δίχως).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου