Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012

Ομιλία του φιλόλογου Διονύση Λεϊμονή για το παιδικό βιβλίο του Λάσκαρη Π. Ζαράρη: "Το νησί και το αθάνατο νερό", στο Αμφιθέατρο της Νέας Αγχιάλου στις 13 Οκτωβρίου 2012




«Το νησί και το αθάνατο νερό»
Παιδικό μυθιστόρημα
Λάσκαρη Ζαράρη
΄Ηρα Εκδοτική
Αμφιθέατρο Νέας Αγχιάλου Μαγνησίας
Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012

Κυρίες και κύριοι, καλησπέρα σας

Ο Λάσκαρης Ζαράρης, όπως πιθανώς πολλοί από εσάς θα γνωρίζετε, είναι ένας νέος δημιουργός, πολλά υποσχόμενος κατ’ εμέ που εγώ τον γνώρισα πρώτα ως ποιητή κι έπειτα ως πεζογράφο. Γεννημένος στον Βόλο, κατοικεί στην Νέα Αγχίαλο. Έχει στο ενεργητικό του αρκετά ποιήματα  για τα οποία έχει βραβευτεί όπως και για διηγήματά του, ενώ τελευταία διαβαίνει τον δύσκολο όσο και γοητευτικό δρόμο της παιδικής λογοτεχνίας. Δείγμα της  δουλειάς του μπορείτε να αναζητήσετε και να χαρείτε και στον προσωπικό δικτυακό του ιστότοπο. Είναι τακτικό μέλος της Ένωσης Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδος, της Διασπορικής Λογοτεχνικής Στοάς και του Ελληνικού Πολιτιστικού Ομίλου Κυπρίων της Αθήνας. Έχει συμμετάσχει σε πολλές ανθολογίες και συλλογικές εκδόσεις,  ενώ το 2010 κυκλοφόρησε  η πρώτη του προσωπική ποιητική συλλογή  με τίτλο: «Παράθυρο στα όνειρα».
Απόψε είμαστε όλοι εδώ σε τούτο τον φιλόξενο χώρο για την παρουσίαση του παιδικού μυθιστορήματος του αγαπητού συνοδοιπόρου στα χνάρια της λογοτεχνίας, Λάσκαρη Ζαράρη, το οποίο έχει βραβευτεί ήδη με τον έπαινο του φιλολογικού συλλόγου «Παρνασσός», ενός ομολογουμένως  ιστορικού φιλολογικού συλλόγου με αξιόλογη πορεία και αυστηρά κριτήρια επιλογής. Για το βιβλίο αυτό καλούμαι εγώ να σας μιλήσω σήμερα, για  «Το νησί και το αθάνατο νερό», δηλαδή, που μόλις κυκλοφόρησε από την ΄Ηρα Εκδοτική, έναν νέο και πολλά υποσχόμενο στον εκδοτικό χώρο φορέα, που σέβεται και επιμελείται κι αναδεικνύει τον πνευματικό μόχθο των δημιουργών. Δέχτηκα με χαρά να μιλήσω για το βιβλίο αυτό μιας και είχα την τύχη να το διαβάσω απ’ τους πρώτους πριν εκδοθεί εξαιτίας της καλής μου συνεργασίας με την ΄Ηρα Εκδοτική. Και δέχτηκα με χαρά γιατί διαβάζοντας «Το νησί και το αθάνατο νερό» του Λάσκαρη Ζαράρη ξύπνησαν μέσα μου μνήμες παλιότερων αναγνώσεων που με συντρόφευσαν στα πρώτα νεανικά μου διαβάσματα, αφυπνίζοντας το παιδί που κι εγώ, αλλά γνωρίζω πως κι εσείς κοιμίζετε κάπου στα βάθη της ψυχής σας. Το μυθιστόρημα αυτό ο συγγραφέας Λάσκαρης, θαρρώ, δεν πρέπει να το περιορίσει στο μικρότερης ηλικίας αναγνωστικό κοινό, οφείλουμε να το διαβάσουμε όλοι, γιατί νομίζω πως το έχουμε ανάγκη σήμερα που ο τεχνικός πολιτισμός μάς αποξένωσε από τη φύση, μάς απομάκρυνε από την πραγματική ζωή και μάς ξεστράτισε απ’ το μονοπάτι της αγάπης.
Αλλά ας τα πάρουμε όλα από την αρχή. Στο μυθιστόρημα αυτό θα ανακαλύψετε την αγωνία ενός παιδιού να φτάσει χαμοπετώντας ένα λαχταριστό τσαμπί σταφύλια στην αυλή του, να κατακτήσει το λογικά ανέφικτο, να εξιχνιάσει το μυστικό της ζωής. Ένα ζωηρό αγόρι, ένα ανήσυχο παιδί, το παιδί όλων μας, φλέγεται από επιθυμία να ανοίξει τα φτερά του, να διαβάσει μυστικά, να μάθει τι κρύβεται πίσω από μια κλειστή πόρτα,  κι ανυπόμονος όπως όλα τα παιδιά επιχειρεί να εξιχνιάσει το μυστήριο που κρύβεται μέσα στη μηχανούπολη, στο εργαστήριο του παππού του, παλιού πιλότου στον Β’ παγκόσμιο πόλεμο. ΄Ετσι ο μικρός Πέτρος, ένα χαρούμενο παιδί σε απροσδιόριστο από τον συγγραφέα -σκόπιμα νομίζω- χώρο και χρόνο, τρυπώνει κρυφά μέσα στο εργαστήριο μαζί με τη φίλη του, την Ελένη, μια μικρή γειτονοπούλα κι εκεί συναντούν κουκουλωμένο τον «γέρο Τομ», ένα διθέσιο, επιθετικό αεροπλανάκι, σύντροφο του παππού του στον πόλεμο του ’40, έτοιμο όμως τώρα για μια νέα πτήση, μια νέα περιπέτεια μετά από πολλά χρόνια αχρηστίας. Η έκπληξή τους είναι μεγάλη κι η παιδική αφέλεια τούς σπρώχνει πολύ γρήγορα να ξεκινήσουν ένα ταξίδι μακριά, πολύ μακριά απ’ τον τόπο τους που είναι γεμάτος αποπνικτικούς καπνούς και αποκρουστικές πετρελαιοκηλίδες, καταλήγοντας σ’ ένα καταπράσινο νησί του Νότιου Ειρηνικού, σ’ ένα νησί «πνιγμένο στο τροπικό δάσος όπου τα πουλιά φτιάχνουν ελεύθερα κι άφοβα τις φωλιές τους, όπου ζουν πολύχρωμα φίδια, γεμάτο μαργαριτάρια και ναυάγια», κατά τον συγγραφέα πάντα. Εκεί ο Πετράκης και η Ελενίτσα θα ζήσουν μια ονειρική περιπέτεια κοντά σε παράξενους για τα σύγχρονα δεδομένα ανθρώπους, μια περιπέτεια που όλοι μας θα επιθυμήσουμε να ζήσουμε αν δεν έχουμε ήδη βιώσει στα όνειρά μας.
Στο νησί αυτό, το νησί της Ελπίδας,  με ένα ηφαίστειο στην πιο ψηλή κορυφή του κι ένα ναυάγιο στα γαλαζοπράσινα νερά του, το ναυάγιο του πειρατικού καραβιού Αννίβας, ζει και βασιλεύει ο φύλαρχος Μπούα Μπούα με τη γυναίκα του, τη Ράιζα και τον μικρό τους γιο, τον Μοκαντούσου. Μαζί τους μια χούφτα απλοϊκοί ιθαγενείς, πολύ διαφορετικοί από εμάς, τους ανθρώπους του σύγχρονου πολιτισμού. Τούτοι οι άνθρωποι ζουν ήρεμα, ειρηνικά κι ίσως βαρετά, αναζητώντας όμως  τις ανέσεις του πολιτισμού που πιθανολογούν πως τους λείπουν κι επιζητούν να ξεφύγουν από την ασημότητά τους. Στο νησί αυτό είναι κρυμμένο ένα μυστικό, το αθάνατο νερό που εξασφαλίζει την αθανασία σε όλους αλλά υπάρχει και ο μαύρος χρυσός, πετρέλαιο, η κινητήρια δύναμη και γι’ αυτό κάποτε ο πειρατής Μπρατσέρας έφτασε κάποτε πολύ-πολύ παλιά σ’ αυτό για να το κατακτήσει και τώρα θέλει να εγκαταστήσει εκεί ένα εργοστάσιο επεξεργασίας πετρελαίου για την παραγωγή κηροζίνης. Τα παιδιά χαίρονται κι εντυπωσιάζονται απ’ τη φύση, απολαμβάνουν τη συμβίωση με τα παράξενα ζώα, μαθαίνουν πολλά που μέχρι τώρα αγνοούσαν κι έρχονται αντιμέτωποι με τον πειρατή Μπρατσέρα που δεν εμφανίζεται όμως τώρα ως πειρατής αλλά ως ευαίσθητος ποιητής να αναζητήσει το μυστικό της ζωής, ένα μυστικό που είναι συνδεδεμένο με μια παλιά του αγάπη, μια πριγκίπισσα, την ΄Αννα Μαρία που ακόμα παραδέχεται πως δεν έχει καταφέρει να ξεχάσει. Μια πριγκίπισσα που για την αγάπη της έγινε από λοστρόμος καπετάνιος! Ο πειρατής Μπρατσέρας  ως κύριος Οικονομόπουλος πια, εγκλωβισμένος μέσα στο στενό του κουστούμι, αντιλαμβάνεται  τα λάθη του, μετανιώνει και κλαίει για την προηγούμενη ζωή του, μεταμορφώνεται σε άνθρωπο. Στο νησί γίνονται πολλά, που επιτρέψτε με να μη σας τα αποκαλύψω απόψε, για να έχετε την ευκαιρία να τα ζήσετε κι εσείς διαβάζοντας τούτο το μυθιστόρημα. Εκεί θα ανακαλύψουν πετρέλαιο, από ένα τυχαίο γεγονός, θα μάθουν για ένα παράξενο ναυάγιο απ’ το οποίο θα πάρουν μαζί τους πολύτιμους θησαυρούς όχι τόσο υλικούς, μα περισσότερο συναισθηματικούς. Αυτό που θα σας ομολογήσω είναι πως «στο νησί με το αθάνατο νερό» θα βρείτε κάμποσες εξηγήσεις για τη σημερινή μας αποξένωση από τη φύση, θα προβληματιστείτε και λίγο γιατί καταφέραμε να φτιάξουμε πόλεις τέρατα, γεμάτες αναθυμιάσεις που αναδύονται  απ’ το τσιμέντο και το μέταλλο, αλλά σ’ αυτό το νησί που ωραία περιγράφει ο Λάσκαρης Ζαράρης θα θαυμάσετε το μεγαλείο της φύσης, την τελειότητα της θεϊκής δημιουργίας, θα χαρείτε έναν επίγειο Παράδεισο πετώντας πολύ μακριά απ’ την άχρωμη και οδυνηρή πραγματικότητά μας.
Εκείνο που έχει σημασία κι αυτή είναι η αξία και η λειτουργικότητα της λογοτεχνίας είναι, πως στο μυθιστόρημα αυτό μικροί και μεγάλοι θα  ρεμβάσουμε την ωραιότητα που κρύβεται μέσα στα απλά, καθημερινά μας πράγματα κι ίσως να εκτιμήσουμε μικροχαρές της ζωής που ως τώρα τις προσπερνάμε βιαστικοί και αγχωμένοι κοιτάζοντας συχνά πυκνά το χρόνο που διαβαίνει αμείλικτος.
Ο Λάσκαρης Ζαράρης στο μυθιστόρημα αυτό με απλότητα και καθαρότητα παιδιού εξηγεί επίσης γιατί τελικά το να ζούμε αιώνια είναι μάταιο και καταφέρνει να μας διδάξει για την αναγκαιότητα της φθοράς και του θανάτου με δάσκαλο ένα παιδί, ένα παιδί που έχει μάθει να κρίνει τα πράγματα με την καρδιά του κι όχι πάντα με το γνώμονα της λογικής. Αυτό που προέχει είναι η αποκατάσταση της τάξης με τρόπο που να εξασφαλίζεται η συνέχεια της ζωής, η αρμονία κι η κανονικότητα των πραγμάτων. Την συνύπαρξη τουριστικής κίνησης και φυσικής ομορφιάς, της δημιουργικής αξιοποίησης του  χθες με σεβασμό και αγάπη για το παρελθόν. Κι αυτό γιατί η επικράτηση του πνεύματος του καλού και της αγάπης μπορεί να απομακρύνει το κακό πολύ-πολύ μακριά απ’ τους ανθρώπους που αγωνίζονται, που δεν παραιτούνται από τον αγώνα για μια καλύτερη, για μια πιο ποιοτική ζωή…
Τα δυο παιδιά, κάποια στιγμή, μετά από έναν ολόκληρο χρόνο μακριά από τους δικούς τους, καταφέρνουν να επιστρέψουν πίσω πιο πλούσιοι ψυχικά, πιο δυναμωμένοι πνευματικά, πιο άξιοι για την ενήλικη ζωή τους, μεταφέροντας τον πιο πολύτιμο θησαυρό για όλους μας, την ηφαιστειακή λάβα της αγάπης. Κι έτσι καταφέρνουν να ξαναβρεθούν λυτρωμένοι που θα ξανάβλεπαν τους δικούς τους «απ’ την απεραντοσύνη του ειρηνικού στην μικρή λιμνούλα του Αιγαίου», όπως όμορφα μας αφηγείται ο συγγραφέας.
Οι ιδέες της φιλίας, της συναδέλφωσης, της αγάπης, της συντροφικότητας διαπνέουν όλο το έργο καθιστώντας το χρήσιμο, απαραίτητο θα ’λεγα να διαβαστεί απ’ τους μικρούς μας φίλους που ίσως αναζητούν ένα καλό βιβλίο, ένα βιβλίο που ενώ θα καλλιεργήσει και θα εξάψει τη φαντασία τους, παράλληλα θα στήσει μπρος στα μάτια τους έναν όμορφο κόσμο, έναν κόσμο που ίσως μέσα από καλά αναγνώσματα να μπορέσουν να τον στήσουν στην πραγματικότητα όμοιο με εκείνον που αντάμωσαν στις σελίδες ενός βιβλίου. Το άπιαστο όνειρο τότε ίσως πάψει να μοιάζει αδύνατο κι η δύναμη που θα λάβουν μπορεί να τα κάνει άξια να δημιουργήσουν, να  προσπαθήσουν, να μην παραιτηθούν από κανέναν αγώνα της ζωής.
Το μυθιστόρημα είναι γραμμένο κατά την τεχνική του παραμυθιού, ένα παραμύθι σύγχρονο, επίκαιρο, δυνατό και ευχάριστο. Μέσα απ’ αυτό αντλούνται μηνύματα μακριά από στείρους διδακτισμούς, ώστε να τέρπει και να μαθαίνει σε όλους μας πως είναι δυνατόν να αλλάξουμε τη ζωή μας προς το ανθρωπινότερο, μακριά από τη μέγγενη της ματαιοδοξίας και του εγωισμού. Οι διάλογοι, φυσικοί και αβίαστοι, παρασύρουν τον αναγνώστη να τους βιώσει ως αληθινούς, με αποτέλεσμα τα πρόσωπα να γίνονται προσιτά, οικεία, ελκυστικά, πραγματικά…
Η γραφή του Λάσκαρη Ζαράρη αποδεικνύεται έτσι δυναμική και ικανή να εξυπηρετεί το σκοπό του γράφοντος δοκιμάζοντας να αναδειχτεί μέσα από ένα μυθιστόρημα δύσκολο, θαρρώ, αναγνωρίζοντας πως το παιδικό είναι ίσως το πιο δύσκολο είδος γραφής, αφού απευθύνεται σε πιο απαιτητικούς, ειλικρινείς και δριμείς κριτές μας. Η ανάγνωση από τους μικρούς μας φίλους θεωρώ πως θα επιβεβαιώσει τα λεγόμενά μου, το εύχομαι και το ελπίζω γιατί πραγματικά αξίζει σ’ έναν ικανό αλλά παρόλα αυτά σεμνό και χαμηλών τόνων δημιουργό, όπως ο Λάσκαρης Ζαράρης. Εύχομαι να είναι καλοτάξιδο αυτό το βιβλίο και να αξιωθείς, αγαπητέ φίλε, να έχεις μια καλή συγγραφική πορεία, σεβόμενος πρώτα απ’ όλα τον ίδιο σου τον εαυτό αλλά και τους αναγνώστες σου, αφού ουσιαστικά ο συγγραφέας υφίσταται και υπάρχει, όταν διαβάζεται και αγαπιέται για τα γραφόμενά του αντικειμενικά και αξιοκρατικά
Σας ευχαριστώ
Διονύσης Λεϊμονής
Φιλόλογος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου