Τρίτη 21 Μαΐου 2013

Δύο αποσπάσματα από το έργο της Μαρίας Κολοβού - Ρουμελιώτη: «ΤΑ ΡΟΔΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ, εκδόσεων «ΩΡΙΩΝΑΣ».



ΨΕΥΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ

                               i.             

Για ένα ψέμα θα σας πω που μοιάζει για αλήθεια.
Είναι  ένα ψέμα αθάνατο,
που φαίνεται σαν μια αιώνια αλήθεια.
Ολονυχτίς κουρσεύει και αλητεύει,
βγαίνει σεργιάνι ολημερίς κι όλους μας κοροϊδεύει.
Κορόιδεψε κι ένα παιδί, χαράματα,
αγόγγυστα στους ώμους το φορτώθηκε
και με χαμόγελο πλατύ προχώρησε.

Είναι ένα ψέμα αληθινό που αλλάζει χέρια,
καθώς περνούνε  βιαστικά  χειμώνες, καλοκαίρια.

Στεφάνια από αγριολούλουδα το αγκαλιάζουν
κι ένα στόμα θεϊκό του τραγουδάει
μα καθώς στους δρόμους περπατάει,
στα χέρια του φυτρώνουν τριαντάφυλλα
που άλλους τρυπά
κι άλλους τους ευωδιάζει.

Είναι ένα ψέμα αληθινό, που για αλήθεια  ψεύτικη φαντάζει!

Είναι ένα ψέμα,
που μια πανάρχαια πηγή το ξεδιψά
και μια ουράνια μελωδία το ξυπνάει.
Μα καθώς στης γης τις στράτες προχωρά
στου ουρανού τις τράτες ξημερώνεται
κι όλους μας βλέπει από ψηλά και χαιρετάει.

Και μια γριά εκατόχρονη το γνώριζε,
ότι ήταν μια αλήθεια απέθαντη-μια ψεύτικη αλήθεια!

Σταγόνες απ' τα μάτια της εκύλησαν,
το ψέμα να ποτίσει,
γιατί το αγάπησε πολύ.
Του 'φτιαξε  σάλι κεντητό με τις χαρές της νιότης
κι αυτό,
με ολόμαυρη μπογιά την εμπογιάτισε
σκοτεινιασμένο σάβανο της φόρεσε στους ώμους,
την τύλιξε με της πίκρας τον καημό!
Και καθώς η γριά τα καμώματά του αγναντεύει,
κοιτάζει τα άστρα του ουρανού,
που σαν ρολόι,
τις νύχτες και τις μέρες της μετρούν
και συλλογιέται κουνώντας το κεφάλι:
Αχ ψέμα μου,
αλήθεια μου εσύ απέθαντη,
για ένα ψέμα ζεις μονάχα!
Το στόμα σου βγάζει φωτιές
που άλλες φορές μου καίει τις χαρές
κι άλλες φορές τα βάσανα.
Το θεϊκό τραγούδι σου, ποτάμι,
μου πότισε της καρδιάς την κοιλάδα.
Η χειμωνιά, με ξέρανε την έρημη,
κι έρημη μένω.

Τα χέρια μου κρατούσαν τριαντάφυλλα
και με τα πούλουδα σου έπλεκα στεφάνια.
Μα τώρα.
Τα χέρια μου γυμνά κλαδιά, καρβουνιασμένα.
και το κορμάκι μου σκαρί σακατεμένο.
που αλλού το σέρνει η βροχή κι αλλού ο άνεμος.
Χτυπιέται απ' όλες τις πλευρές!

Εσύρθηκα στην άκρη κι αγναντεύω,
ένα ψέμα αιώνιο,
που σαν αλήθεια μοιάζει.
χωρίς να ξέρω απ' αυτό, τι να προσμένω.

Ψέμα μου εσύ,
Μοναδική αλήθεια της ζωής μου!
Ευωδιαστό τριαντάφυλλο το στόμα σου,
ορμητικό ποτάμι το φιλί σου,
που λούζονται λύπες και χαρές.

Ο ήλιος βασιλεύει
κι εγώ μονάχη τραγουδώ το τραγούδι της ζωής.
Μα, σαν με πάρει ο ύπνος
κι όνειρα μου φέρει,
πάλι εγώ θα τραγουδώ:
Ένα χαρούμενο σκοπό της νιότης με βιολιά
κι έναν πενθούντα με κλαρίνο, μνημονικό τραγούδι ζωής!..

Ζωή μου, ψέμα μου εσύ!
Αληθινό μου ψέμα!
Ψεύτικα μου μιλούσες και σε πίστευα.

Τώρα,
ένα σκοπό μοναδικό σου μέλπω,
αφιέρωμα, στο αληθινό μου ψέμα που αγαπώ!
Άκουσέ το!
Είναι μια αλήθεια απέθαντη,
που τραγουδάει και κλαίει.

Ζωή μου, θάλασσά μου!
Βγήκες κουρσάρος σε στεριά να πολεμήσεις
με κοφτερό σπαθί, αγάπη να κερδίσεις
Μα εκείνο που καρπώθηκες στα δυο σου χέρια,
ήταν χρυσάφια αστραφτερά μες της καρδιάς τα αδειανά πανέρια
Που ψεύτικα σου φάνηκαν σαν ήρθε η νύχτα
σαν όνειρα απατηλά, σαν παραμύθια.
Που  τα ακούει ένα παιδί στην κούνια,
τα κελαηδεί ένα πουλί στην κούρνια
και τ' άστρα την νυχτιά τα ταξιδεύουν
σε κύματα ουράνια  τα πεζεύουν,
μα σε στεριές και θάλασσες, τα μάτια τα γυρεύουν.

Μα σβήνοντας,
μαζί τους παγιδεύομαι, μες το χρυσό  και το ασήμι.
Απαλλαγή ζητώ τώρα από τούτα.
Άχρηστα μου 'ναι
αφού το σεντούκι του κορμιού ξεχαρβαλώθηκε! 

Το σώμα μου, σκαρί παραπεταμένο σε ακρογιάλι έρημο.
Δεν περιμένει να ξανά δει καλοκαίρια.

Σ' ένα τσουκάλι ψήνω καφέ τις χαρές και τις πίκρες μου.
Οι λύπες μου φούσκωσαν, έγιναν καϊμάκι.
Οι χαρές μου σαν συννεφάκι ανέβηκαν,
βροχή θα γίνουν να ποτίσουν τα νιάτα.
Γουλιά - γουλιά πίνω τις πίκρες μου
σαν κατακάθι από καφέ.
Ο τελευταίος καφές της ζωής σου Ζωή μου!
Ο τελευταίος καφές της παρηγοριάς...
Κερασμένος!
Απ' την γριά Περσεφόνη.!

                                                  ii.                 

Ήταν χαράματα όταν ξεκίνησα να ακολουθώ τα βήματά σου.
Ο Αυγερινός ακούραστος τον Ήλιο περίμενε
κι εγώ περίμενα την φωνή σου να με καλέσει.
Άρχισα να σε ψάχνω,
να αγωνίζομαι, για να βρω την αρχή του δρόμου σου
να ξεκινήσουμε μαζί.
Ατέλειωτο μου φάνηκε το ταξίδι
κι ο δρόμος σου ατέλειωτος.
Βάλθηκα όμως με μιας να τον βαδίσω,
μέσα σε μία διαδρομή, όλα αυτά που ήθελα,
να ζήσω.

Το δάκρυ του ουρανού εμάζωξα,
τα άστρα της Αυγής ερώτησα,
την θάλασσα καλόπιασα
κι όλα τα ανθρώπινα λυπήθηκα, που φτιάχνουν και χαλούν
και πως θα φύγουν μία μέρα λησμονούν.

Προσπάθησα με χρώματα να ζωγραφίσω ένα  χαμόγελο στα χείλη σου
μα εγώ φτωχό παιδί, δυο χρώματα είχα μόνο:
Άσπρο και μαύρο.
Ζωγράφισα μαύρο το δάκρυ των παιδιών
να βλέπεις και να θλίβεσαι.
Ζωγράφισα άσπρο τα όνειρά τους για να τους βάζεις χρώμα Εσύ.
Μα με το αίμα της καρδιάς μου έγραψα:
ΖΩΗ ΘΑ ΣΕ ΝΙΚΗΣΩ!

Τα όνειρά μου, λευκά περιστέρια που δεν τα άφησα ποτέ.
Η ανάσα μου θέρμη λευκή, με ακολουθούσε.

Βάδιζες σαν αερικό
κι εγώ,
πίσω σου έτρεχα να μην σε χάσω
το φόρεμά σου το λαμπρό να αγγίξω,
μήπως και λάμψω.

Σου ζήτησα αέρα και φτερά
τα λιθοσώρια της καρδιάς παλάμες χτίστη για να κάμω,
να χτίσω ό,τι ήταν γκρεμισμένο.

Βαδίζεις σαν αερικό
κι εγώ λευκό πουλί που τον αέρα σου μαζεύω
στο τέλος της διαδρομής,
καθώς προσμένω
το φως του ήλιου να αντικρίσω.

Γράψε τα βήματα σωστά
και το τραγούδι σου
χορός τρανός θα γίνει πριν την κλίνη,
στ' αλώνι που με πας να αλωνιστώ!

Χαράματα ξεκίνησα τα βήματά σου να ακολουθώ
κι αγόγγυστα να προσπαθώ
την σκόνη των  βημάτων σου να σώσω
απ' των ανέμων τις φθορές -  με έναν τορβά στον ώμο.

Δεν ξεκουράστηκες ποτέ!
Δεν ξεκουράστηκα ποτέ!
Μαζί αγωνιστήκαμε και φτιάξαμε το τέρμα
μες από χίλιες διαδρομές.
Στο τέλος λύθηκα στο κλάμα. Δεν άντεξα.
Ήθελα να σου πω πολλά, αλλά δεν είπα τίποτα..
Ίσως το κλάμα μου να σου 'πε περισσότερα!...

Κι αν με ρωτήσεις να σου πω
τι είναι αυτό
που μέσα στην βιασύνη μου αντίκρισα, Ζωή μου,
είναι: τα περιβόλια σου τα ολάνθιστα
με αγριολούλουδα κι αγκάθια, που κρύβουν τα γιατρικά σου.
Κι ανθρώπους, με βαθιές χαρακιές στο πρόσωπό τους
 - ρυτίδες λύπης και χαράς -
που σαν αντίκρισαν τις ευωδιές σου γέλασαν,
που σαν αντίκρισαν την πληγή στα χέρια τους, δάκρυσαν  και πόνεσαν
μα έγραψαν με το αίμα της πληγής τους:
ΖΩΗ ΘΑ ΣΕ ΝΙΚΗΣΩ!!!



ΨΑΧΝΩ

Ψάχνω να βρω
της ανθρωπιάς το αλώνι
που χορταριασμένο προσμένει
της Παναγιάς Μαντόνας το φιλί.

Να δω πως υφαίνονται
τα παιδικά όνειρα στης εγκαρτέρησης το στέκι
με έναν ήλιο φορεμένο στα μαλλιά.

Να ακούσω την φωνή της ψυχής
-αρμονικό τραγούδι,
δίχως νότες παραφωνίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου