Η Γιώτα Κούγιαλη, η γνωστή συγγραφέας
παιδικών βιβλίων, που γεννήθηκε στο Προμύρι Μαγνησίας και έχει εργαστεί στη
δημόσια εκπαίδευση ως νηπιαγωγός και στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ως υπεύθυνη για
την πρακτική άσκηση των φοιτητών του Τμήματος Προσχολικής Εκπαίδευσης, εξέδωσε
το 2005 το τέταρτο κατά σειρά βιβλίο της στις εκδόσεις Καστανιώτη, μία
περιπέτεια φαντασίας με τίτλο: «Ο αόρατος
πύργος».
Το παρόν έργο αποτελεί το τρίτο και
τελευταίο βιβλίο μιας τριλογίας και απαρτίζεται από είκοσι ενέα μικρά κεφάλαια,
για να γίνεται η πρόσληψη τού κειμένου όσο το δυνατόν ευκολότερη και ο μικρός
αναγνώστης να παίρνει τις απαραίτητες ανάσες για να σκεφτεί σχετικά με τους
ήρωες που διεκδικούν να γίνουν οικεία και πολύτιμη συντροφιά τους. Βέβαια, η
συγγραφέας δημιουργεί ένα απίθανο και φανταστικό σενάριο, όπου η αφήγηση σού
κόβει την ανάσα με τον γρήγορο ρυθμό της και θα ήταν δύσκολο ν’ αφήσεις αυτό το
βιβλίο από τα χέρια σου για να το διαβάσεις την επόμενη μέρα. Η πλοκή είναι
γεμάτη απρόοπτα και ανατροπές που συντελούνται από την παρουσία παράξενων
πλασμάτων που ζουν μόνο στον μαγικό κόσμο των παραμυθιών. Τέρατα και φαντάσματα
-όπως ο Γλυκούλης γίγαντας με τα εβδομήντα τρία δόντια, ο φίδαρος, ο ποντίκαρος
και ο σκύλαρος- βρίσκονται στον δρόμο των παιδιών προς έναν άγνωστο τόπο και
τους δίνουν συνεχώς διφορούμενες κι αινιγματικές φράσεις, που εάν κι εφόσον
ερμηνευτούν κατάλληλα, οδηγούν τα παιδιά στη σωστή κατεύθυνση.
Για να δούμε τώρα συνοπτικά την ιστορία που
ξεδιπλώνεται μπροστά μας: Η Μαριάννα αναπολεί πηγαίνοντας στο φροντιστήριο
ξένων γλωσσών, τις περιπέτειες που έζησε, όπως ακριβώς τις διηγήθηκε η
συγγραφέας στο πρώτο βιβλίο της τριλογίας με τίτλο: «Οι χίλιες εκατό
σφραγίδες». Παίρνει την απόφαση –μετά από αρκετές αμφιταλαντεύσεις- να
εκμυστηρευτεί στη φίλη της Παυλίνα όσα έζησε στη χώρα του Είναι-και-δεν-είναι,
όπου «ο χρόνος μετρούσε τελείως διαφορετικά απ’ το χρόνο των ανθρώπων και ένα
λεπτό της ώρας επάνω στη Γη μας ισοδυναμούσε με χρόνια ολόκληρα εκεί» όπως
περιγράφει με γλαφυρό τρόπο η συγγραφέας. Ο αδελφός της Παυλίνας ο Χάρης
παρακολουθεί τη διήγηση της Μαριάννας, καθώς και η σκυλίτσα του αγοριού η
Μπουμπού. Όλοι μαζί καταστρώνουν ένα σχέδιο και πιάνονται από ένα θαυμαστικό
για να ταξιδέψουν στη χώρα του Είναι-και-δεν-είναι, αλλά και στο μακρινό νησί
Αν-θέλεις-έτσι-είναι. Εκεί, μια πανέμορφη κοπέλα η Ανθούσα, η οποία είναι σε
ηλικία γάμου μα ταυτόχρονα πολλή ιδιότροπη και κακομαθημένη, βάζει διάφορα
προβλήματα στους επίδοξους γαμπρούς, ώστε να μπορέσει να επιλέξει ανάμεσά τους
τον καλύτερο. Όποιος δεν τα καταφέρνει εξαφανίζεται… Έτσι λοιπόν, τα τρία
παιδιά και η σκυλίτσα ξεκινούν το ταξίδι τους για το νησί, με σκοπό να βρουν
τον Οράτιο, τον γιο του Φτερωτού, του κυβερνήτη της χώρας του
Είναι-και-δεν-είναι. Εκείνος ήταν ένας από τους αμέτρητους νέους που
εξαφανίστηκαν αφού δεν κατάφεραν να λύσουν τα προβλήματα που τους έβαζε η αρχοντοπούλα
Ανθούσα.
Η συγγραφέας δημιουργεί μια υπέροχη
ατμόσφαιρα, όπου υπερφυσικές μορφές αποτυπώνονται όμορφα ως προσωποποιημένοι
χαρακτήρες, με χαριτωμένη διάθεση, που φτάνει σε σημείο να υπερβαίνει συχνά την
αγωνία και τον φόβο των παιδιών, μπροστά στα αναρίθμητα εμπόδια που
παρουσιάζονται στο δρόμο τους. Η πίστη λοιπόν στον εαυτό μας, στις δυνάμεις μας
και στο μυαλό μας, ακόμη και η επίκληση του αγίου των ναυτικών, τι άλλο μπορεί
να σημαίνει παρά την επιδίωξη της συγγραφέως –πέρα από τη διασκεδαστική ροή της
πλοκής και τον εντυπωσιασμό που προκαλούν οι στοιχειωμένοι τόποι- να
προσανατολίσει τα παιδιά σε ασφαλή κανάλια γνώσης, μα και να τα κάνει να
αναρωτηθούν σχετικά με τις δυνατότητες της δικής τους πεπερασμένης φύσης στην
πραγματική ζωή. Και όπως συμβαίνει στην εξέλιξη της ιστορίας, όποτε τα παιδιά
κινδυνεύουν και κοντεύουν να χάσουν κάθε ελπίδα, ξαφνικά από το πουθενά
εμφανίζεται ένα στοιχειό για να αναλάβει τη σωτηρία τους, όπως η γοργόνα.
Η Γιώτα Κούγιαλη αποδεικνύει πως ξέρει
να διαχειρίζεται σωστά τον πλούτο της λαϊκής μας παράδοσης, δίνοντας παράλληλα
ζωντανές περιγραφές που προσδιορίζουν σύγχρονες ιστορίες, αν και στηρίζονται σε
παλιά στοιχεία του ανατολίτικου παραμυθιού, όπως όταν με την επανάληψη μιας λέξης
ή φράσης παραμερίζονται οι δυσκολίες και τα εμπόδια, αλλά και όταν η ανάπτυξη
των φυτών, των δέντρων και η ωρίμανση των φρούτων εξαρτώνται από ταχείς
ρυθμούς. Το πλεονέκτημα αυτού του βιβλίου είναι ότι φαίνεται άμεσα ο
ανθρωπιστικός σκοπός που δίνει στα παιδιά το έναυσμα να μπουν σε τόσες
περιπέτειες, αλλά και το γεγονός ότι τα διάφορα τέρατα που συναντούν στον δρόμο
τους, ενώ αρχικά τούς προκαλούν τρόμο, όταν ευεργετούνται από τα παιδιά δίνουν
μία αινιγματική φράση που τους βοηθάει τελικά να καταλάβουν ότι βρίσκονται στον
τόπο όπου είναι φυλακισμένα όλα τα παλικάρια, μαζί με τον Οράτιο. Τελικά με την
καλοσύνη, ακόμη και τα τέρατα εξανθρωπίζονται!
Θα κλείσω αυτή την παρουσίαση με ένα
απόσπασμα από τη σελίδα 54 του βιβλίου, όπου αποκαλύπτεται πώς συμπεριφέρονται
τα παιδιά τις στιγμές που τα καταλαμβάνει ο φόβος:
«Η Παυλίνα κοίταξε γύρω της. Ολομόναχη! Χοροπήδησε λίγο να ζεσταθεί και
με προσοχή άρχισε να… κατεβάζει τις τρίχες των χεριών της που είχαν σηκωθεί
ολόρθες. Με τρεμάμενη φωνή φώναζε τη μανούλα της, τον μπαμπούλη της, τον Χάρη,
τη Μαριάννα, την Μπουμπού… Κανείς δεν ήταν εκεί για να την παρηγορήσει. Τι να
κάνει… άρχισε να τραγουδάει, αν μπορεί να τ’ ονομάσει κανείς τραγούδι αυτό που
ακουγόταν. Το είχε δει σε πολλές κινηματογραφικές ταινίες∙ το έκαναν συχνά οι
ήρωες όταν περπατούσαν τη νύχτα μέσα σ’ ένα δάσος, όπου «κρακ» τσακίζονταν τα
κλαδάκια, «γκρρρρρ» ακούγονταν σιγανά μουγκρητά, «φρρρρρ» πέταγαν ίσκιοι…
«μπρρρρρ» έτρεμαν εκείνοι, οι ήρωες δηλαδή, αλλά… ψηλά το κεφάλι, συνέχισαν να
τραγουδούν. Έτσι έκανε και η Παυλίνα. Μπορεί να φοβόταν λίγο… εντάξει, φοβόταν
περισσότερο από λίγο, αλλά δε σταματούσε να τραγουδάει και να ξανατραγουδάει:
Άσπρα καράβια τα όνειρά μας, για κάποιο ρόδινο γιαλό…».
17/01/2015
Λάσκαρης
Π. Ζαράρης
Ποιητής,
συγγραφέας, βιβλιοκριτικός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου