Φτάνοντας στις Αγριόλευκες σαν σιγή
θανάτου, μια νηνεμία περίεργη κύκλωσε το κορμί της Εύας. Όλο το Αιγαίο
ξετυλίχτηκε, γαλάζιος πίνακας, χωρίς ίχνη θυμού. Οι
αγριόλευκες ασάλευτες να αγναντεύουν τη θάλασσα. Οι κακοτράχαλοι βράχοι,
βγαλμένοι από κάποιο στοιχειωμένο δάσος, σαν να έπαιρναν μορφή στα μάτια της.
Μια άγρια, πρωτόγονη σπίθα.
Ο φόβος. Πίσω
της το Πλιασίδι, φουρτουνιασμένο. Τα ραντάρ του Νάτο κρυμμένοι κατάσκοποι.
Κούρνιασε σε μια φιλική βραχώδη αγκαλιά, έκλεισε τα μάτια. Σκεφτόταν πως ήταν
ανόητη που μόνη πήρε ένα τέτοιο ρίσκο. Κοίταξε το κινητό της. Ευτυχώς είχε
σήματα ζωής. Ο ήχος μηνύματος την ενεθάρρυνε και έβγαλε πνοή ανακούφισης.
Ξάφνου έσπασε ο καθρέφτης των ματιών της σε χίλια κομμάτια. Τα έτριψε για να
ξαναδιαβάσει: "ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ ΜΟΝΗ".
Όλη η πλάση αγριεύτηκε μαζί της. Οι ψηλές Λεύκες έφεραν το σφύριγμα του ανέμου, θυμωμένα βιαστικά σύννεφα έκρυψαν την ορατότητα του γυρισμού. Έπρεπε να κατασκηνώσει. Ασφαλής από την καταιγίδα, έκρυψε το πρόσωπο της στα χέρια της. Δεν είσαι μόνη, δεν είσαι μόνη. Μα θα προτιμούσε την απόλυτη μοναξιά της. Ο άνεμος έπαιρνε μαζί του την όποια ένδειξη άλλης παρουσίας. Καταρράχτης ο ουρανός βάραινε από πάνω της. Τρομαχτικά ηδονικός ο ήχος ενός ακόμη μηνύματος: "Μη φοβάσαι, δεν είσαι μόνη Εύα!". Μ' έναν πάσαλο στα τρεμάμενα χέρια της, τον περίμενε. Χωρίς ανάσα έπνιξε τους λυγμούς...
Όλη η πλάση αγριεύτηκε μαζί της. Οι ψηλές Λεύκες έφεραν το σφύριγμα του ανέμου, θυμωμένα βιαστικά σύννεφα έκρυψαν την ορατότητα του γυρισμού. Έπρεπε να κατασκηνώσει. Ασφαλής από την καταιγίδα, έκρυψε το πρόσωπο της στα χέρια της. Δεν είσαι μόνη, δεν είσαι μόνη. Μα θα προτιμούσε την απόλυτη μοναξιά της. Ο άνεμος έπαιρνε μαζί του την όποια ένδειξη άλλης παρουσίας. Καταρράχτης ο ουρανός βάραινε από πάνω της. Τρομαχτικά ηδονικός ο ήχος ενός ακόμη μηνύματος: "Μη φοβάσαι, δεν είσαι μόνη Εύα!". Μ' έναν πάσαλο στα τρεμάμενα χέρια της, τον περίμενε. Χωρίς ανάσα έπνιξε τους λυγμούς...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου