Η Τζούλια βόγκηξε σαν πληγωμένο ζώο στο χιόνι.
Φαινόταν στο βλέμμα της πως ο κόσμος της άρχισε να χάνεται. Τα φώτα της
τρεμόσβηναν. Μάλλον, δεν περίμενε την πισώπλατη μαχαιριά μου. Της φέρθηκα
ύπουλα, τραυματισμένος απ’ τον υπέρμετρο εγωισμό μου. Για όλα φταίει εκείνη η
αναθεματισμένη ώρα, γλυκιά νύχτα με ολόγιομο φεγγάρι, μαζί της αγκαλιά, που χάιδευα
τις καμπύλες της. Κατάλαβα πως είχε γράψει πολλά χιλιόμετρα ερωτικών στιγμών κι
η σάρκα της είχε ξεθωριάσει απ' τα πολλά νυχτοπερπατήματα. Τότε, μου είπε να
χωρίσουμε τελειωτικά, γουργουρίζοντας αργά, σαν να απολάμβανε ηδονικά το
χτύπημα που μου έδινε.
Αμέσως μετά πήρα ένα σημειωματάριο κι άρχισα
να γράφω μερικές λέξεις που θα ταίριαζαν σε μια γλυκιά εκδίκηση. Σκέφτηκα τι θα
μπορούσε να την πληγώσει περισσότερο, αφού ακόμη, μου έδειχνε, ότι δεν ήταν
έτοιμη να στερηθεί το προκλητικό μου άγγιγμα στο τιμόνι της, αυτό δηλαδή που
ονομάζεται ακατανόητος γυναικείος εγκέφαλος.
Πρώτα, μου ήρθε στο μυαλό η λέξη
«μηχανοστάσιο», όπου θα την άφηνα μεταχειρισμένη, ανήμπορη να αντιδράσει, μια
αρμαθιά σκουριασμένων σιδερικών, γεμάτη λιπαρές γραμμές στο γερασμένο δέρμα
της. Ύστερα, το μυαλό μου έκανε έναν ύπουλο συνειρμό, μια αντίθεση τραγική:
«Αίμα στο χιόνι». Κόκκινος, χτυπητός έρωτας στην αγνότητα του χιονιού.
Είπα να τραβήξω μια γερή μαχαιριά στην
καρδιά μου και μετά να πέσω ανάσκελα κάτω στο χιόνι, μα να που εμφανίζεται
μπροστά μου ο ιδιόκτητής της. Μ' έπιασε από τον ώμο κι έσκυψε στο αυτί μου
ψιθυρίζοντας τα πλεονεκτήματα της ασπρομάλλας μηχανής, μοντέλο που έκανε θραύση
στη δεκαετία του ’80. Τα πήρα στο κρανίο και του πέταξα οργισμένος:
«Όχι φίλε, δε θα την αγοράσω. Μην πας να με
κοροϊδέψεις! Μου θυμίζει μια παλιά θλιμμένη ιστορία. Μουγκρίζει στις ανηφόρες,
ο δείκτης του κοντέρ κολλάει, τινάζει λάδια από τη μηχανή και βγάζει
αναθυμιάσεις απ' την εξάτμιση. Πώς να την ερωτευτώ τη βρωμιάρα; Εγώ ο
τρελογκαζάκιας, εγώ, εγώ... που γίνομαι καπνός».
20/01/2015
Λάσκαρης Π. Ζαράρης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου