Τετάρτη 11 Ιουλίου 2018

Κριτική παρουσίαση της ποιητικής συλλογής της Καλλιόπης Κ. Πασιά: «Πού πάει το λευκό όταν το χιόνι λιώνει;», Φεβρουάριος 2017, Libron Εκδοτική.







   Μετά από ένα χρόνο και πλέον, θα επιχειρήσω μία κριτική παρουσίαση και μάλιστα στα 24 ποιήματα της Καλλιόπης Κ. Πασσιά, τα οποία συνθέτουν την πρώτη της ποιητική συλλογή. Η ίδια προέρχεται από τον χώρο της πεζογραφίας ο οποίος επιδέχεται κάλλιστα την αναλυτική και λεπτομερειακή γραφή, ενώ η ποίηση αρθρώνεται συνήθως σε λίγες λέξεις και απορρίπτει την τέχνη του περιττού για να μην κουράζει, και ταυτοχρόνως το συναίσθημα να έχει το εύρος και το βάθος για να εντυπωθεί ουσιαστικά στον αναγνώστη:



Ένα πέλμα εδώ κι εκεί.

Μέρες βιωμένες, πλήρεις καλών μα και λαθών,

για τα οποία στερεύουν τα τάλαντα.

Καρδιά μετέωρη όπως και το βήμα.

Μη ξεκάθαρη για τον τόπο,

παρεμποδίζει τον δρόμο προς και απ’ αυτήν.

Λεπτό σκοινί και ανισορροπία.

Ανακαλείς εκπλήξεις.

Στιγμές που κέρδισαν και έγιναν διάρκεια,

επειδή έδωσες και είχε ουσία.



(Από το ποίημα με τίτλο: «Λόγος»).



   Η ποιήτρια, έχοντας αναλάβει να υλοποιήσει προγράμματα δημιουργικής γραφής του Πανεπιστημίου Δυτ. Μακεδονίας στο Σ.Δ.Ε. (Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας) Φυλακών Δομοκού, «αγαπά να γράφει, να διαβάζει, να φωτογραφίζει, να βλέπει και να ζει κινηματογραφικά», όπως αναφέρεται στο βιογραφικό σημείωμα του παρόντος βιβλίου.

   Υπό τον πρωτότυπο τίτλο της συλλογής: «Πού πάει το λευκό όταν το χιόνι λιώνει;» συγκεντρώνει τα 24 ποιήματά της, πλήρη νοημάτων, με λέξεις σοφά επιλεγμένες, που αν και χαρακτηρίζουν τους ψυχικούς κραδασμούς της, ωστόσο απαιτούν από τον αναγνώστη αυξημένη προσοχή. Δεν αφήνουν την παραμικρή αμφιβολία ότι η πρόθεση της δημιουργού είναι να αφήσει τον αναγνώστη να ταξιδέψει όπου επιθυμεί:



Ίσως η πιο όμορφη απ’ τις διαδρομές να είναι αυτή

πάνω σε φλέβες

έτοιμες να εκραγούν∙

από πόθο.



(Από το ποίημα με τίτλο: «Διαλογισμοί»).



   Του απλώνουν όμως παράλληλα το χέρι φιλικά, συντροφικά, ευλαβικά, ώστε να ακολουθήσουν στην πορεία τους συγκεκριμένους οδοδείκτες, αποφεύγοντας σημάνσεις μεγάλης επικινδυνότητας για την κατανόηση των ποιημάτων και των μηνυμάτων που ανασαίνουν σαν κουρασμένα ζώα από το αδιάκοπο κυνηγητό του αγριμιού:



Μπορεί να είναι και τρέλα,

γκρεμίζεις συθέμελα το οικοδόμημα των σταθερών ερώτων σου,

για να απογειωθείς με τα φτερά της δικής σου αυτόνομης

μοριακής οντότητας.

Στη λάμψη μόνο θα μπορούσε να σε πάει.

Αυτή που ανθρώπου νους δεν αντέχει, πόσο μάλλον η καρδιά.

Το ξέρεις, δεν έχεις να αναρωτηθείς, πλέον γνωρίζεις.

Την καταστροφή σου, σε αυτό το πρόσωπο, το ανοίκειο

μα τόσο οικείο,

σε αυτά τα λόγια τα προσεχτικά διαλεγμένα, στολίδια στο κορμί,

κλεμμένα όμως από λαιμούς ξένους.

Και συ έτοιμη να τα αγοράσεις όσο όσο.

Και να πουλήσεις αυτά που χρόνια έστηνες.

Για να μισθώσεις χρόνο, χάδι, προσοχή.



(Από το ποίημα με τίτλο: «Ζωή»).



   Τι άλλο μπορεί να είναι ο νους που δεν ησυχάζει παρά ένα αγρίμι που σημαδεύει συνεχώς την ψυχή και την καρδιά, κι έτσι πλάθονται τα ποιήματα, με από κοινού υποχωρήσεις των αισθητών και των νοητών πραγμάτων, όπου ο χρόνος έχει μία ιδιαίτερη ξεχωριστή αξία κι ένα δευτερόλεπτό ή λεπτό μπορεί να είναι πιο «ψυχωφελές» από μία ώρα, έναν χρόνο ή έναν αιώνα;



Βγάλε κάποια χρόνια

πρόσθεσε λίγες ώρες

διαίρεσε με τα λεπτά

ήταν εκείνα τα δευτερόλεπτα

που μοιάζαν σ’ όλα πολλαπλάσια.



(Από το ποίημα με τίτλο: «Τρεις τύχες»).



   Αυτός ο υποκειμενισμός στη σύλληψη και τη διατύπωση των ποιημάτων αποτελεί την πιο καίρια αιτία για την ολοκλήρωση ενός στέρεα οικοδομημένου δημιουργήματος «με αφορμή τα όνειρα και τις λέξεις», όπως αναγράφεται ως προμετωπίδα της όμορφης αυτής ποιητικής συλλογής.



Πάλι από βασανισμένο όνειρο ξύπνησε.

Ο ήχος της βιόλας, φιγούρες βγαλμένες  απ’ την όπερα του Φάουστ,

σκοτάδι παντού.

Άνοιξε τα μάτια της. Δεν ήταν δίπλα της. Ήθελε να’ ναι.

Κοίταξε το ταβάνι.

Ο ανεμιστήρας -οροφής- σαν να ζωγράφιζε φιγούρες με την κίνησή του.

Μέσα εκεί και η δικιά του, σκυφτή, θλιμμένη.

Ήθελε να πάει να τον βρει. Να τον σκεπάσει.

Έλα γρήγορα, της έλεγε, εσύ θα φέρεις μία μέρα παραπάνω.

Θα έκανε ό,τι περνούσε απ’ το χέρι της να την απλώσει στο δικό του χέρι.

Στριφογύριζε στον ύπνο της.

Μια τεράστια πινακίδα που έγραφε:

«Προσοχή Έρως».

Ένιωσε στα χείλη της το φιλί του.

Σσσσσ, μη φοβάσαι, της είπε.

Όνειρο ήταν.



(Ολόκληρο το ποίημα με τίτλο: «Όνειρο»).



   Η πρόκληση του να γράφει κανείς για το όνειρο που καίει την ψυχή και δεν ευοδώνεται ποτέ… Η τεράστια δυναμική και οι ευνοϊκές προϋποθέσεις που έχει ένα ποίημα για να γεννηθεί πλήρες και ουσιαστικό σε νοήματα, όταν εμπεριέχει τη ματαίωση, την απογοήτευση, την απουσία, την απώλεια ή τον φόβο του έρωτα.

   Κι όλα αναπτύσσονται με την οξύνοια και την ψυχική ευαισθησία της δημιουργού, έχοντας ως επίκεντρο πλούσιες θεματικές επιλογές, οι οποίες αναποδογυρίζουν τις σκέψεις μας:



Χρόνια τώρα οι άνθρωποι καταβροχθίζουν ο ένας τον άλλον,

έτσι που να αναρωτιέσαι αν ο κόσμος γυρνά πίσω

στην απαρχή του.

Και αν το κάνουν,



Ας είναι μόνο απ’ Αγάπη.



(Από το ποίημα με τίτλο: «Αγάπη»).



   Το συνειδησιακό παιχνίδι είναι τόσο έντονο και διαρκές, που σε δυσκολεύει να πάρεις ανάσα ή να δεις ένα ονειρικό τοπίο, αφού ο πόνος δεν κοιμάται ποτέ και ανασκαλεύει τις στάχτες μέχρι να δώσει αρκετές σπίθες, μετασχηματιζόμενος σε γαλήνη, πόθο ή πάθος. Κατόπιν, προχωράς μέσα από άπειρα εμπόδια επιτυγχάνοντας την αναγέννησή σου, μέσω της υπομονής ή της συγχώρησης. Ασφαλής και διαχρονική παραίνεση:



«Ν’ ακούς, ν’ ακούς τον κόσμο κοριτσάκι.

Υπάρχει πολύς πόνος εκεί έξω, και ο καθένας σέρνει μια πετριά.

Σχώρα τους και θα ’σαι γαληνεμένη».



(Από το ποίημα με τίτλο: «Γεννετική»).



   Η οπτική γωνία της ποιήτριας συνταράσσει, δεν αφήνει στον δρόμο της ανεπαίσθητα χνάρια, παρόλο που «το χιόνι τελικά λιώνει» από τις λάμψεις και τις φωτιές των στίχων της:



Πού πάει το λευκό όταν λιώνει;

Και τα χείλη χάνουν το χαμόγελο.

Σε καίει το σημάδι στον καρπό,

Μα πιότερο η ανθρώπινη φύση.

Ήταν κι αυτή η σιωπή ανάμεσα στα κενά

που δήλωνε το όλο.



(Από το ποίημα με τίτλο: «Υστερόγραφο»).



Εν τέλει, μερικά ερωτηματικά που τίθενται αντικατοπτρίζουν ολοκληρωτικά τη σημασία μιας γεμάτης ζωής, η μοίρα της οποίας είναι να ισορροπήσει ανάμεσα από ενάντιες συναισθηματικές προθέσεις και διαφορετικά αποτελέσματα: την πίκρα του ανικανοποίητου, την απογοήτευση της μη ενσάρκωσης των ονείρων, την αποφασιστικότητα για την ανατροπή μιας επώδυνης κατάστασης, την ελπίδα της καλυτέρευσης των συνθηκών στο μέλλον. Οι φωτιές κάνουν τον κύκλο τους, σβήνουν-αρπάζουν με λίγο τύχη και προσωπικό πάθος να βιώσεις το αληθινό νόημα της ζωής, χωρίς να φοβηθείς τις απώλειες, γιατί όλα αυτά αποτελούν πολύτιμες εμπειρίες.



11/07/2018



Λάσκαρης Π. Ζαράρης

Ποιητής-συγγραφέας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου