Πήγαινε να κλάψει στην απόμερη γωνιά της
όπου στάχυα λυγισμένα θρηνούσαν τις δύσκολες ώρες.
Θυμόταν τότε…που ο Θεός της έδωσε το φως·
καταρράκτη του ουρανού στο ανθισμένο πρόσωπό της.
Ίσα που ακούγεται ακόμη το κλάμα των ανέμων,
το κύμα ζυγώνει στο στήθος της,
οι αποτρόπαιες μορφές των εχθρών της προδίδουν τον ήλιο.
Κρυβόσουν από μικρή στον ίσκιο των ονείρων
και η φωνή σου καμπάνιζε τη δόξα των νιάτων!
Τώρα που πλήθυναν τα σκοτάδια
και η γη ποτίζεται με το αίμα των παιδιών της,
που καιρός πια για έρωτες
που καιρός για νόθα όνειρα!
Βαριά πέφτουν όλα στα στήθη ν’ αναμετρηθούν με το κενό.
Νιώθουν το ξίφος του πολέμου,
η ομίχλη μολύνει τις πληγές.
Οι φωνές της ζωής γίνονται κραυγές θανάτου.
Ίσα που ακούγεται ακόμη το κλάμα των ανέμων
στην ψυχή που βράζει από πόθο,
να τελειώσει η αδικία
που κρατάει τους ανθρώπους δεμένους
στα ερείπια της μνήμης.
Αχ, να πάρει τον ουράνιο δρόμο της,
και τα τραύματα του προδομένου έρωτα
να ψήσει στο αλμυρό νερό η ελπίδα.
Λάσκαρης Π. Ζαράρης
** Β΄ βραβείο από το Ωδείο Φουντούλη το έτος 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου