Δευτέρα 19 Μαρτίου 2012

POESIA NOTTURNA (συνέχεια) ΩΔΗ ΣΤ’ ΑΣΤΕΡΙΑ



Όστρακα εκπεπορωμένα τ’ αστέρια.
Με τις σκέψεις να εμπλέκονται
αξεδιάλυτα σε γοητεύσεις  
και να μακρηγορούν.
Στης ερημιάς οι ξέρες αδιαφεγγείς
του νου περιηγήσεις σ’ ερημονήσι
με τις ολόσπαρτες ξερολιθιές
ν’ αποστραγγίζουν την αλμύρα,
οδοιπορώ.

Όστρακα εκπεπορωμένα
και κώνοι τεθραυσμένοι,
ό,τι δεν μπόρεσε να κρύψει
κάτω απ’ το πέπλο η νυχτιά.
Θραύσματα κομήτη
απ’ των αστεριών την ολονύχτια αυθυποβολή.
Κατακερματισμένα αστέρια
σ’ αρνητικά προφίλ
του εαυτού τους η περισπωμένη
οδεύουν ρηξικέλευθα προς την ανατροπή.
Πόσο επιπόλαιος είναι ο κόσμος,
σαν δεν γνωρίζει πως το φεγγάρι λάμπει,
όταν υπάρχει αστροφεγγιά;
Στο εύδος βυθίζεται η θαλερότης
της θείας άλης
το μέλι τρυγώντας από τις σκέψεις
και το στοχασμό διαχέοντας στη γοητεία
ενός μαγεμένου αυλού..

Il marinaio delle stelle
è un adagio di gioia al mare.
Nella mezzanotte
che non vuole dormire mai.

Τ’ αστέρια σ’ εκρηκτικές εξάρσεις
συνθέτουν σε ασφόδελο λειμώνα
με συνοδεία άρπας
το συμφωνικό παραλήρημα
ενός ερωτικού στίχου.
Στάχτη τ’ ανέμου η χρυσόσκονη!
Σαν δυο κομήτες διακτινίζονται
περιστροφικά, αφήνοντας στο μέσο
να πέσει ένα της ψυχής απολέπισμα
πάνω στη γη.
Αφού η ζωή όλο το κάτω αποζητά.
Στυλώνεται, ανδρώνεται και στήνει τη γιορτή.
Στ’ αστέρια αναπαύεται η γαλήνη.
Τα χέρια  λύνει σαν πέφτει στο σκοτάδι
ένας βαθύς κι αργόηχος στοχασμός.
Ποιος ξέρει που φυτρώνουνε τ’ αστέρια;

Κόκκοι κι εμείς απειράριθμοι ελπίδας
περισπουδαγμένοι και ριγμένοι άτακτα
στον εξωγήινο κόσμο αναμένουμε
των αστεριών τη σύρραξη.
Πώς να βαφτίσουμε τα όνειρα,
όταν οι λέξεις εν απουσία τους αυτοσχεδιάζουν;
Θεών Ολύμπιων γεννήματα
σε ποιους λειμώνες τα κοπάδια σελαγίζουν;
Πώς να σαλπάρει ο έρωτας  χωρίς πανί,
ξάρτι κουπί;
Στην κουπαστή ο ναύτης μόνος να προσμένει;

Μόλις το φεγγάρι αποσυρθεί σε περισυλλογή
κισσοί κι αγράμπελη μοιράζονται
της απουσίας τη στέρηση.
Στάσου λιγάκι πιο μακριά απ’ το διάστημα,
που φλερτάρει το φεγγάρι.
Δείξε το φως, που μας κρατάει
τα μάτια ορθάνοιχτα.
Φέξε τους πόνους του μυαλού
για να θωρούν την καρδιά από παντού.
Ίσως κάποτε μας πουν
πως ολονυχτίς χορεύαμε
πίναμε κι αστειευόμασταν,
λες κι ήμασταν όλοι έφηβα παιδιά.

Vicky Kostenas Lagdos
Dichterin
Zürich 16. März 2012

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου