Τα πιο σκιερά κομμάτια καθαγιάστηκαν με φως
κι οι ανοιχτές πληγές των ανθρώπων
δεν έφτασαν ποτέ στη σήψη.
Οι πόθοι, γίγαντες γκρέμιζαν και βράχια,
ανάσταιναν κρυφές χαρές
στην πνιγερή τη νύχτα.
Η Μαύρη Θάλασσα ασκήτευε στην ξέρα
καθώς αλλοπαρμένα κύματα
έσπρωχναν στις ρίζες.
Ο ήλιος, μας καψάλιζε το δέρμα
και οι καρδιές μαραίνονταν
στο πέρασμα της μέρας.
Οι νύχτες κούρνιαζαν κοντά στο μαξιλάρι,
μας διηγούνταν για το γαλάζιο πλάτος
και η ψυχή πατιότανε ακόμη σαν χωράφι
με τα γλυκά, νοτισμένα χώματά της.
Νύχια που σκάβουνε στη σιωπή
κι όλο δροσερά ονόματα ανασύρουνε,
μνήματα που μονοπωλούν
τον ασήκωτο σταυρό μας!
Στένεψε κι άλλο το νησί
της βουλιαγμένης μνήμης,
λάμψεις· αστείρευτες πηγές
στα ανθισμένα από ρυτίδες πρόσωπα.
Διώχνουμε τις συννεφιές
από τη φτώχεια των ανθρώπων.
Κι ένα δάκρυ αληθινό
κόσμους καινούργιους πλάθει,
γίνεται χείμαρρος, φλύαρη μοναξιά,
του παλιού αγέραστου τοπίου ο λυγμός.
24/04/2008
Λάσκαρης Π. Ζαράρης
( Από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή « Η φλεγόμενη πόλη »
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου