Γύρω η ομορφιά του ονείρου σαν άνεμος ξωτικός
τα δέντρα ασάλευτα κρέμασαν τις κουρτίνες τους
για να νανουρίσουν στα φύλλα τους τη νυχτερινή δροσιά.
Πατημασιές, ίχνη ανθρώπων που είχαν πάρει
πιο παλιά τον ίδιο δρόμο και πού έφτασαν
κάνεις δεν ξέρει...
Μια υποψία ανικανοποίητου στα σπλάχνα τους
η φλόγα του ακατόρθωτου σιγοκαίει στο νου τους.
Τα χέρια σου όπου ακουμπούν κλείνουν πληγές
δεν είναι στήθος τριχωτό που λαχταράς, μα λίμνη με νούφαρα
έφυγε για πάντα ο χειμώνας της καρδιάς
κοίταξε που το φεγγάρι φορά ένδυμα γιορτής
σημαία του ατέρμονου ουρανού
ότι η αγάπη δεν πεθαίνει κι ας πήγαινε σε απύθμενα πελάγη.
Δεν είναι στόχος η διαφυγή, καρπός να μεγαλώνει σε αγκάλη
γινόμενο άσπλαχνης μοίρας με χέρι του Θεού
είναι τα χείλη που σμίγουν σε δρόμο άγνωστο.
Το φιλί και η καρδιά πυξίδες μέσα σε φύσημα αδέκαστου βοριά
να ανεμίζει τα μαλλιά σου, υπόκρουση άδολης ψυχής
φτερούγισμα πουλιού που αναπαυότανε σε δέντρο.
Έρωτα ήρωα αρμάτωσες δυο ψυχές με αγάπες ριψοκίνδυνες
όνειρα δάκρυα έσπειρες παντού για να σε βρουν
οι επόμενοι που είχαν πάρει λάθος την κατηφοριά.
Ο δρόμος μας σιωπηλός....
τα βήματά μας ελαφρά ραπίζουν την ανηφοριά.
Στήνει η συνείδηση παγίδα αδημονώντας να σκοντάψει η ζωή
λες και η αγάπη είναι ένας άγγελος ψεύτης
που σε παρέσυρε μια νύχτα για να πιει
κρυφά απ’ της αθανασίας την πηγή
δροσοσταλίδες των ματιών σου που πέφτουνε
ποτίζοντας το αγνό χορτάρι.
29/07/2016
Λάσκαρης Π. Ζαράρης