Το φεγγάρι ένιωσες σαν ένα ξένο σώμα,
στης ματιάς σου το χρώμα άνθιζε,
λυγερή ανεμώνη.
Το χαμόγελο φώτιζε της ερημιάς τον δρόμο,
σκέψη δειλή που κρυβότανε
στον λευκό σου χιτώνα.
Νύχτα, της ηδονής στεναγμός,
να εθιστώ στων χεριών σου το άγγιγμα,
το φεγγάρι με φιλί το μετάγγισες,
πώς ξεπόρτισε απ' του ουρανού τα λημέρια;
Τα σκοτάδια να σβήσεις με των χειλιών σου
το άλικο
και να σμίξεις στη θάλασσα
του κορμιού σου τη θέα.
στης ματιάς σου το χρώμα άνθιζε,
λυγερή ανεμώνη.
Το χαμόγελο φώτιζε της ερημιάς τον δρόμο,
σκέψη δειλή που κρυβότανε
στον λευκό σου χιτώνα.
Νύχτα, της ηδονής στεναγμός,
να εθιστώ στων χεριών σου το άγγιγμα,
το φεγγάρι με φιλί το μετάγγισες,
πώς ξεπόρτισε απ' του ουρανού τα λημέρια;
Τα σκοτάδια να σβήσεις με των χειλιών σου
το άλικο
και να σμίξεις στη θάλασσα
του κορμιού σου τη θέα.
Λάσκαρης Π. Ζαράρης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου